Ο ποταμός της θλίψης, οι πύλες του Άδη, το πέρασμα στον άλλο κόσμο ήταν ο ποταμός Αχέρων σύμφωνα με τη μυθολογία.
Η ονομασία του ποταμού Αχέροντα προέρχεται από τη λέξη «άχος» που σημαίνει θλίψη αναφερόμενη στη θλίψη του θανάτου. Αχέρων είναι ο ποταμός χωρίς χαρά, ο ποταμός της θλίψης.
Στην αρχαιότητα πίστευαν ότι ο Αχέρων αποτελεί τον ποταμό εκείνο, όπου ο «ψυχοπομπός» Ερμής παρέδιδε τις ψυχές των νεκρών στον Χάροντα για να καταλήξουν στο βασίλειο του Άδη.
Η κάθε ψυχή, περνώντας από το πορθμείο του Χάροντα, έπρεπε να δώσει από έναν οβολό για τη μεταφορά, ενώ αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του Μένιππου, τον οποίο αναφέρει ο Λουκιανός, ως τον μοναδικό που διέσχισε τον Αχέροντα χωρίς να πληρώσει.
Το Νεκρομαντείο του Αχέροντα
Στο δρόμο του ο ποταμός Αχέρων διασταυρωνόταν με τους Πυριφλεγέθοντα και Κωκυτό, στο σημερινό χωριό Μεσοπόταμος, στο σημείο όπου βρίσκεται το αρχαίο Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
Η αρμοδιότητα του Νεκρομαντείου του Αχέροντα ήταν διαφορετική από αυτή των Δελφών και της Δωδώνης. Ο σκοπός του δεν ήταν η παροχή χρησμού αλλά η διευκόλυνση της επικοινωνίας των επισκεπτών με τις ψυχές των νεκρών συγγενών τους.
Μύθοι και παραδόσεις
Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση τα νερά του ποταμού ήταν πικρά καθώς ένα "στοιχειό" (τέρας) που ζούσε στις πηγές του δηλητηρίαζε τα νερά. Ο Άγιος Δονάτος (ετυμολογική προέλευση από το Αϊδονεύς, Αϊδονάτος, Άγιος Δονάτος), πολιούχος της Μητρόπολης Παραμυθιάς Θεσπρωτίας, σκότωσε το στοιχειό και τα νερά του Αχέροντα έγιναν γλυκά, έτσι πήρε και το όνομά του το χωριό Γλυκή.
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο από την αρχαία Ελληνική μυθολογία που μαρτυρά τη συνέχεια αυτής στη σύγχρονη πλέον λαϊκή παράδοση είναι το εξής: Κατά την τιτανομαχία οι Τιτάνες έπιναν νερό από τον Αχέροντα για να ξεδιψάσουν γεγονός που προκάλεσε την οργή του Δία ο οποίος μαύρισε και πίκρανε τα νερά του.
Ο Όμηρος στην «Οδύσσεια»
Αναφερόμενος στην κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη για να πληροφορηθεί από το μάντη Τειρεσία για την επιστροφή του στην Ιθάκη περιγράφει λεπτομερώς το σημείο συνάντησης του Αχέροντα με τον Πυριφλεγέθωντα και τον Κωκυτό:
«… άραξ' εκεί το πλοίο σου στου Ωκεανού την άκρη,
και στου Άδη κίνησε να πας τ' αραχνιασμένο σπίτι,
Εκεί ὁ Πυριφλεγέθοντας στου Αχέροντα το ρέμα
κυλιέται με τον Κωκυτὸ που πέφτει από τη Στύγα,
κι ὁ βράχος που βαρύβροντα τα δυο ποτάμια σμίγουν…».
Ο Άδης (αρχαία ελληνικά: Άδης ή Άιδης) (“αόρατος”) γενικά στην Ελληνική Μυθολογία σήμαινε τόσο τον κάτω κόσμο όπου μεταβαίνουν οι ψυχές μετά θάνατο όσο και την ίδια ιδεατή ανθρωπόμορφη δύναμη που κυβερνούσε αυτόν τον χώρο. Η λέξη αρχικά αναφερόταν αποκλειστικά στο θεό. Η γενική πτώση της λέξης (Άιδου), ήταν συντόμευση της φράσης “σπίτι του Άδη”, αλλά τελικά και η ονομαστική της λέξης άρχισε να περιγράφει την κατοικία των νεκρών.
Άδης: ο θεός
Στην Ελληνική μυθολογία ο Άδης, θεός του κάτω κόσμου, ήταν γιος των Τιτάνων Κρόνου και Ρέας. Είχε τρεις μεγαλύτερες αδελφές, την Εστία, την Δήμητρα και την Ήρα, όπως επίσης δύο νεώτερους αδελφούς, τον Ποσειδώνα και τον Δία. Μετά τη γέννησή του τον “κατάπιε” ο πατέρας του Κρόνος όπως και τα αδέλφια του σε μια αλληγορική απόδοση της υπεροχής της ακολουθούμενης τότε “Κρόνιας θρησκείας”, που τα πάντα σκίαζε η καταστροφή του χρόνου-Κρόνου.
Μετά τη δεύτερη μεγάλη θρησκευτική επανάσταση που συμβαίνει στην Ελληνική Μυθολογία, φέρεται πως μόλις ενηλικιώθηκε ο Δίας, που είχε διασωθεί από την παιδοκτόνο τακτική του πατέρα του, κατάφερε να αναγκάσει εκείνον να εξεμέσει τα αδέλφια του. Μετά την απελευθέρωσή τους οι έξι νεώτεροι θεοί, μαζί με τους συμμάχους που κατάφεραν να συγκεντρώσουν, διεκδίκησαν από τους γονείς τους και τους θείους τους την εξουσία προκαλώντας την Τιτανομαχία. Οι τρεις αδελφοί έλαβαν από τους Κύκλωπες τα όπλα που θα τους βοηθούσαν στη μάχη μεταξύ των θεών. Ο Δίας έλαβε τον κεραυνό, ο Ποσειδώνας μία τρίαινα και ο Άδης ένα κράνος που έκανε αόρατο όποιον το φορούσε. Ο πόλεμος διήρκεσε 10 χρόνια και έληξε με τη νίκη των νεώτερων θεών. Μετά τη νίκη ο Άδης και οι δύο νεώτεροι αδελφοί του, ο Ποσειδώνας και ο Δίας, έριξαν κλήρο για να καθορίσουν τα βασίλεια που θα κυβερνούσαν. Ο Δίας ανέλαβε τον ουρανό και κυρίαρχος των πάντων, ο Ποσειδώνας τις θάλασσες και κάθε υγρό στοιχείο, ενώ ο Άδης τον κάτω κόσμο, το αόρατο βασίλειο στο οποίο πηγαίνουν οι νεκροί όταν αφήνουν τον επίγειο κόσμο.
Ο Άδης έλαβε ως σύζυγό του, την Περσεφόνη, μέσα από τέχνασμα, μια ιστορία που συνέδεσε τα αρχαία Ελευσίνια Μυστήρια με το Ολύμπιο πάνθεον, σε μια πρώιμη αλληγορική παρουσία – σύνδεση ζωής και θανάτου.
Ο Άδης κυβερνούσε τους νεκρούς, βοηθούμενος από δαίμονες επί των οποίων είχε απόλυτη εξουσία. Απαγόρευε αυστηρά στους υποτελείς του να φύγουν από την περιοχή του και οργιζόταν αν κάποιος προσπαθούσε να διαφύγει, (να επανέλθει στη ζωή), ή αν κάποιος προσπαθούσε να του αφαιρέσει ό,τι του ανήκε.
Εκτός από τον Ηρακλή, οι μόνοι άλλοι ζωντανοί άνθρωποι που τόλμησαν να εισέλθουν στον κάτω κόσμο και να επιστρέψουν, επίσης όλοι ήρωες, ήταν: ο Ορφέας, ο Θησέας, ο Οδυσσέας και ο Αινείας (συνοδευόμενος από την Σίβυλλα). Κανείς τους δεν ευχαριστήθηκε ιδιαίτερα από ό,τι είδαν στο βασίλειο των νεκρών. Συγκεκριμένα, ο ήρωας του Τρωικού πολέμου Αχιλλέας, τον οποίο ο Οδυσσέας συνάντησε στον Άδη είπε:
“Μη μου μιλάς καταπραϋντικά για τον θάνατο, ένδοξε Οδυσσέα. Θα προτιμούσα να υπηρετώ ως μισθοφόρος κάποιου άλλου, παρά να είμαι ο αφέντης των νεκρών που χάθηκαν.“
Άδης: η κατοικία των νεκρών
Υπήρχαν πολλοί τομείς του Άδη, συμπεριλαμβανομένων των Ηλυσίων Πεδίων και του Ταρτάρου.
Στην Ρωμαϊκή μυθολογία, μια είσοδος στον κάτω κόσμο που βρισκόταν στο Αβέρνους, έναν κρατήρα κοντά στην Κύμη (Cumae) της Καμπανίας, ήταν ο δρόμος που ο Αινείας χρησιμοποίησε για να κατέβει στον Κάτω Κόσμο. Συνεκδοχικά, η λέξη Αβέρνους μπορεί να ήταν υποκατάστατο ολόκληρης της σημασίας κάτω κόσμος. Οι Ινφέριι Ντίι ήταν οι Ρωμαίοι θεοί του κάτω κόσμου.
Οι νεκροί εισέρχονταν στον κάτω κόσμο διασχίζοντας τον ποταμό Αχέροντα, με τη βάρκα του Χάροντα, ο οποίος χρέωνε έναν οβολό για το πέρασμα, τοποθετημένο κάτω από τη γλώσσα του νεκρού από τους πιστούς συγγενείς του. Οι άποροι και όσοι δεν είχαν φίλους παρέμεναν για πάντα στην όχθη του ποταμού. Η αντίπερα όχθη φυλασσόταν από τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο σκύλο που νικήθηκε από τον Ηρακλή. Πέρα από τον Κέρβερο, οι σκιές των τεθνεώτων εισέρχονταν στον Τάρταρο, τη γη των νεκρών.
Οι πέντε ποταμοί του Άδη ήταν οι Αχέρων, Κωκυτός, Φλεγέθων, Λήθη και Στυξ.
Η πρώτη περιοχή του Άδη περιλαμβάνει τους λειμώνες με τους ασφόδελους, που περιγράφονται στην Οδύσσεια, όπου οι σκιές των ηρώων περιφέρονται απελπισμένα μεταξύ κατώτερων πνευμάτων, που τιτιβίζουν γύρω τους σαν νυχτερίδες.
Πέρα από κει βρισκόταν το Έρεβος, που μπορεί να θεωρηθεί ως ευφημισμός του Άδη, το όνομα του οποίου προκαλούσε φρίκη. Υπήρχαν δύο πηγές, αυτή της Λήθης, όπου οι κοινές ψυχές συνέρρεαν για να σβήσουν κάθε μνήμη, και η πηγή της Μνημοσύνης, όπου αντιθέτως έπιναν οι μύστες των μυστηρίων. Στο προαύλιο του οδυνηρού παλατιού του Άδη και της Περσεφόνης κάθονται τρεις κριτές του κάτω κόσμου: ο Μίνως, ο Ραδάμανθυς και ο Αιακός. Εκεί, μέρος ιερό αφιερωμένο στην Εκάτη, όπου συναντώνται τρεις δρόμοι, κρίνονται οι ψυχές και επιστρέφουν στους λειμώνες με τους ασφόδελους αν δεν είναι ούτε ενάρετες ούτε κακές, στέλνονται στον Τάρταρο αν είναι ασεβείς ή κακές, ή οδηγούνται στα Ηλύσια για να συντροφέψουν τις ηρωικές και τις ευλογημένες.
Λατρεία
Ο Άδης ήταν τρομακτική μορφή για όσους ζούσαν. Μη έχοντας καμία βιασύνη να τον συναντήσουν, ήταν σιωπηλοί στους όρκους στο όνομά του. Για πολλούς, μόνο η εκφορά της λέξης Άδης ήταν τρομακτική. Γι’ αυτό και χρησιμοποιήθηκε ένας ευφημισμός. Αφού πολύτιμα ορυκτά προέρχονται κάτω από τη γη (δηλ. τον κάτω κόσμο κυβερνώμενο από τον Άδη), θεωρήθηκε πως κυβερνούσε και αυτά, και αναφερόταν ως Πλούτωνας (Πλούτων, συγγενής της λέξης πλούτος), και από κει και το Ρωμαϊκό όνομα Πλούτο. Ο Σοφοκλής αναφερόμενος στον Άδη ως τον “πλούσιο” εξήγησε με αυτά τα λόγια: “ο καταθλιπτικός Άδης εμπλουτίζει τον εαυτό του με τους αναστεναγμούς μας και τα δάκρυά μας”. Επιπροσθέτως, αποκαλείτο Κλυμένος, Ευβουλεύς και Πολυδέγμων.
Αν και ήταν Ολύμπιος, πέρναγε τον περισσότερο χρόνο του στο σκοτεινό του βασίλειο. Φοβερός στη μάχη, απέδειξε την αγριότητά του στην περίφημη Τιτανομαχία, την μάχη των Ολυμπίων εναντίον των Τιτάνων, που καθιέρωσε την εξουσία του Δία.
Εξαιτίας της σκοτεινής και μακάβριας προσωπικότητάς του δεν ήταν ιδιαίτερα αρεστός ούτε από τους θεούς ούτε από τους ανθρώπους. Ο χαρακτήρας του περιγράφεται ως “άγριος και αμείλικτος”, και από όλους τους θεούς ήταν κατά πολύ ο πιο μισητός από τους θνητούς. Ωστόσο, δεν ήταν κακός θεός, γιατί, αν και ήταν αυστηρός, ανηλεής και χωρίς επιείκεια, ήταν όμως δίκαιος. Ο Άδης κυβερνούσε τον κάτω κόσμο και επομένως ήταν πιο συχνά συνδεδεμένος με το θάνατο και τρομακτικός στους ανθρώπους, αλλά δεν ήταν ο ίδιος ο θάνατος. Η πραγματική προσωποποίηση του θανάτου ήταν ο Θάνατος.
Όταν οι Έλληνες προσεύχονταν στον Άδη, χτυπούσαν τα χέρια τους στο έδαφος για να είναι σίγουροι πως τους ακούει. Μαύρα ζώα, όπως πρόβατα, θυσιάζονταν προς τιμήν του. Το αίμα από τις θυσίες στον Άδη έσταζαν σε λάκκο για να τον φτάσουν. Το πρόσωπο που πρόσφερε τη θυσία έπρεπε να γυρίσει το κεφάλι του. Κάθε εκατό χρόνια λάμβαναν χώρα εορτές προς τιμή του.
Το όπλο του Άδη ήταν ένα δίκρανο, με το οποίο διέλυε ό,τι βρισκόταν στο δρόμο του ή ό,τι δεν του ήταν αρεστό, σχεδόν ό,τι έκανε και ο Ποσειδώνας με την τρίαινά του.
Στα αντικείμενα που κατείχε και τον προσδιόριζαν ανήκε και ένα περίφημο κράνος, δοσμένο από τους Κύκλωπες, που καθιστούσε όποιον το φορούσε αόρατο. Είναι γνωστό πως ο Άδης μερικές φορές δάνειζε το κράνος του αυτό και σε θεούς και σε ανθρώπους (όπως στον Περσέα). Το σκοτεινό του άρμα, συρόμενο από τέσσερα μαύρα άλογα, πάντοτε ήταν εντυπωσιακό και τρομακτικό στη θέα. Επίσης στον Άδη αποδίδονται ο Νάρκισσος και τα κυπαρίσσια, το Κλειδί του Άδη και ο Κέρβερος, ο τρικέφαλος σκύλος. Καθόταν σε έναν εβένινο θρόνο.
Λεζάντα φωτογραφίας: Η Περσεφόνη (δεξιά) με την Αθηνά και τον Τριπτόλεμο στα Ελευσίνια μυστήρια. (Ανάγλυφο του 440-430 π.Χ. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Αθήνα).
Η Περσεφόνη, σύμφωνα με όλα τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας είναι η θεά του Κάτω Κόσμου και η σύντροφος του Άδη. Είναι κόρη του Δία και της Δήμητρας, τουλάχιστον σύμφωνα με την πιο διαδομένη εκδοχή. Μια παράδοση όμως τη θέλει κόρη του Δία και της Στυγός, της Νύμφης του ποταμού του Κάτω Κόσμου.
Ο σπουδαιότερος μύθος της Περσεφόνης είναι η ιστορία της απαγωγής της από τον Άδη, το θείο της (αφού ο Άδης ήταν αδελφός του Δία). Ο Άδης ερωτεύτηκε τη νέα και την απήγαγε, την ώρα που αυτή μάζευε λουλούδια μαζί με τις Νύμφες στην πεδιάδα της Έννας στη Σικελία (αυτή είναι η τοποθεσία η γενικά πιο αποδεκτή). Η απαγωγή αυτή έγινε με τη συνενοχή του Δία και όσο απουσίαζε η Δήμητρα.
Σ' αυτή την εποχή τοποθετούνται τα ταξίδια της Δήμητρας σε ολόκληρη την Ελλάδα, για να βρει την κόρη της, την οποία θρηνούσε όπου κι αν στεκόταν! Η Περσεφόνη ως σύζυγος του Άδη παίζει κάποιο ρόλο στους μύθους του Ηρακλή, του Ορφέα, του Θησέα και του Πειρίθοου.
Έλεγαν επίσης πως είχε ερωτευτεί τον ωραίο Άδωνη, ο οποίος με τη σειρά του χρειάστηκε να μοιράσει το χρόνο του ανάμεσα στη Γη και τον Κάτω Κόσμο. Η Περσεφόνη εμφανίζεται κοντά στη Δήμητρα στα Ελευσίνια Μυστήρια. Στη Ρώμη την ταύτιζαν με την Προσερπίνα.
Πώς έγινε η απαγωγή της Περσεφόνης;
Η Περσεφόνη, όπως είπαμε, ήταν κόρη του Δία και της Δήμητρας και, τουλάχιστο στην παραδοσιακή μορφή του μύθου, ήταν η μοναχοκόρη της θεάς. Μεγάλωνε ευτυχισμένη ανάμεσα στις Νύμφες, συντροφιά με τις αδελφές της, τις άλλες κόρες του Δία, την Αθηνά και την Άρτεμη, και λίγο ενδιαφερόταν για το γάμο, όταν ο θείος της, ο Άδης, την ερωτεύτηκε και με τη βοήθεια του Δία την απήγαγε.
Ως τόπος της απαγωγής θεωρείται συνήθως το λιβάδι της Έννας στη Σικελία, αλλά ο ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα κάμνει λόγο, πολύ ακαθόριστα, για την πεδιάδα της Μύσας, που είναι όνομα μυθικό, αναμφίβολα χωρίς γεωγραφική υπόσταση.
Άλλες παραδόσεις τοποθετούν την απαγωγή της Περσεφόνης πότε στην Ελευσίνα, στις όχθες του Κηφισού, πότε στην Αρκαδία, στους πρόποδες της Κυλλήνης, όπου και έδειχναν κάποια σπηλιά, που τη θεωρούσαν ως μία από τις εισόδους του Κάτω Κόσμου, πότε στην Κρήτη, κοντά στην Κνωσσό κ.λπ. Λένε πως τη στιγμή που η νέα έκοβε ένα νάρκισσο (ή έναν κρίνο), άνοιξε η γη, πετάχτηκε ο Άδης και παρέσυρε τη μνηστή του στον Κάτω Κόσμο!..
Η κραυγή της Περσεφόνης
Από πότε αρχίζει για την μητέρα της Δήμητρα η αναζήτηση της κόρης της Περσεφόνης, που θα την κάμει να διασχίσει όλο το γνωστό κόσμο; Τη στιγμή που χανόταν στην άβυσσο, η Περσεφόνη έβαλε μια φωνή. Η Δήμητρα την άκουσε και η αγωνία έσφιξε την καρδιά της. Τρέχει, αλλά δε βρίσκει την Περσεφόνη!.. Λένε πως εννιά μέρες και εννιά νύχτες, χωρίς να φάει, χωρίς να πιει, χωρίς να πλυθεί και να στολιστεί, η θεά πλανιέται στον κόσμο, κρατώντας δάδες στα χέρια της! Και τη δέκατη μέρα;
Τη δέκατη μέρα η Δήμητρα συναντά την Εκάτη, που και εκείνη είχε ακούσει τη φωνή, αλλά δεν είχε αναγνωρίσει τον απαγωγέα, γιατί το κεφάλι του περιβαλλόταν από σκιές της νύχτας. Μόνο ο Ήλιος, που τα βλέπει όλα, μπορεί να της αποκαλύψει αυτό που έγινε.
Σύμφωνα όμως με μια τοπική παράδοση, οι κάτοικοι της Ερμιόνης, στην Αργολίδα, αποκάλυψαν στη θεά Δήμητρα τον ένοχο. Οργισμένη τότε η θεά αποφάσισε να μην ξανανέβει στον ουρανό και να μείνει στη γη, παραιτούμενη από τα θεϊκά της καθήκοντα, ωσότου να της ξαναδώσουν την κόρη της!...
Και τι έκανε;
Πήρε την μορφή γερόντισσας και πήγε στην Ελευσίνα! Πρώτα κάθισε σε μια πέτρα, που από τότε πήρε το όνομα «αγέλαστος πέτρα»• έπειτα πήγε στο βασιλιά Κελεό, που βασίλευε τότε στη χώρα. Εκεί κάθονταν γερόντισσες, που την κάλεσαν να καθίσει ανάμεσα τους και μία, η Ιάμβη, την έκαμε με τα αστεία της να χαμογελάσει.
Κατόπιν η θεά Δήμητρα μπήκε στην υπηρεσία της Μετάνειρας, της γυναίκας του Κελεού, ως τροφός. Το παιδί που της εμπιστεύτηκαν ήταν ο μικρός Δημοφώντας ή, σε άλλες παραλλαγές, ο μικρός Τριπτόλεμος. Η θεά προσπάθησε να τον κάμει αθάνατο, αλλά δεν το κατόρθωσε εξαιτίας της άκαιρης επέμβασης της Μετάνειρας και, αποκαλύπτοντας την αληθινή της ταυτότητα, ανέθεσε στον Τριπτόλεμο να διαδώσει στον κόσμο την καλλιέργεια του σιταριού.
Άλλες παραδόσεις θέλουν τη θεά να εκτελεί χρέη τροφού κοντά στο βασιλιά της Σικυώνας Πλημναίο. Στο μεταξύ η εκούσια εξορία της Δήμητρας έκαμε τη γη άγονη και η τάξη του κόσμου διαταράχτηκε!
Ο μεγάλος συμβιβασμός!
Κατόπιν όλων αυτών, ο Δίας διέταξε τον Άδη να δώσει πίσω την Περσεφόνη, αλλά αυτό όμως ήταν αδύνατο διότι η Περσεφόνη είχε σπάσει τη νηστεία της και είχε φάει ένα σπυρί ροδιού στη διάρκεια της παραμονής της στον Κάτω Κόσμο, πράγμα που τη δέσμευε για πάντα! Χρειάστηκε λοιπόν να καταλήξουν σε ένα συμβιβασμό: η Δήμητρα θα ξανάπαιρνε τη θέση της στον Όλυμπο και η Περσεφόνη θα μοίραζε τη χρονιά ανάμεσα στον Κάτω Κόσμο και τη μητέρα της!
Κάθε άνοιξη λοιπόν η Περσεφόνη φεύγει από την υπόγεια διαμονή της και ανεβαίνει στον ουρανό με τα πρώτα φυτά που φυτρώνουν στα αυλάκια των χωραφιών, για να χαθεί πάλι κοντά στις σκιές την εποχή της συγκομιδής. Αλλά όσο καιρό είναι μακριά από τη Δήμητρα, το χώμα μένει άγονο και είναι η μελαγχολική εποχή του χειμώνα!
Με την αναζήτηση της Δήμητρας συνδέθηκαν διάφορα επεισόδια, ανάλογα με τις τοπικές παραδόσεις. Στη Σικυώνα απέδιδαν στη θεά την εφεύρεση του μύλου, που η ίδια δίδαξε στους κατοίκους• αλλού της απέδιδαν την καλλιέργεια των λαχανικών, ιδιαίτερα της φάβας, ή των οπωρικών, όπως τα σύκα.
Σε όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας έδειχναν ιερά της θεάς και βεβαίωναν πως είχαν χτιστεί από αυτούς που παλιότερα την είχαν φιλοξενήσει• στο Άργος κάποιος Μύσιος και η γυναίκα του Χρυσανθία• στον Φενεό, στην Αρκαδία, ο Τρισαύλης και ο Δαμιθάλης κ.λπ.
Με την αναζήτηση της Περσεφόνης συνέδεαν ακόμη τους έρωτες της Δήμητρας και του Ποσειδώνα. Για να του ξεφύγει η θεά μεταμορφώθηκε σε φοράδα, αλλά μάταια και έτσι έφερε στον κόσμο, εκτός από ένα άλογο, τον Αρείονα, και μια κόρη, που τη γνώριζαν με το όνομα «η Κυρία».
Μια άλλη παράδοση, γνωστή ήδη από την ομηρική Οδύσσεια, είναι αυτή που αναφέρεται στον έρωτα της Δήμητρας και του Ιασίονα, που έδωσε στη θεά ένα γιο, τον Πλούτο. Λένε πως η Δήμητρα αγωνίστηκε εναντίον του 'Ηφαίστου για την κυριαρχία στη Σικελία, εναντίον του Διόνυσου για την κυριαρχία στην Καμπανία. Αυτός ο μύθος, πιθανόν μεταγενέστερος, συμβολίζει αναμφίβολα τον πλούτο της Καμπανίας σε αμπέλια και σιτάρι!.
Τα σύμβολα της Δήμητρας είναι ο στάχυς, ο νάρκισσος, η παπαρούνα• πουλί της ο γερανός• αγαπητό θύμα της η γουρούνα, ενώ συχνά παρασταίνουν τη θεά καθιστή με πυρσούς ή με ένα φίδι.
Comments
polina
Fri, 13/11/2015 - 15:57
Permalink
Αχέροντας: Οι Πύλες του Άδη
Click για περισσότερα
Ο ποταμός της θλίψης, οι πύλες του Άδη, το πέρασμα στον άλλο κόσμο ήταν ο ποταμός Αχέρων σύμφωνα με τη μυθολογία.
Η ονομασία του ποταμού Αχέροντα προέρχεται από τη λέξη «άχος» που σημαίνει θλίψη αναφερόμενη στη θλίψη του θανάτου. Αχέρων είναι ο ποταμός χωρίς χαρά, ο ποταμός της θλίψης.
Στην αρχαιότητα πίστευαν ότι ο Αχέρων αποτελεί τον ποταμό εκείνο, όπου ο «ψυχοπομπός» Ερμής παρέδιδε τις ψυχές των νεκρών στον Χάροντα για να καταλήξουν στο βασίλειο του Άδη.
Η κάθε ψυχή, περνώντας από το πορθμείο του Χάροντα, έπρεπε να δώσει από έναν οβολό για τη μεταφορά, ενώ αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του Μένιππου, τον οποίο αναφέρει ο Λουκιανός, ως τον μοναδικό που διέσχισε τον Αχέροντα χωρίς να πληρώσει.
Το Νεκρομαντείο του Αχέροντα
Στο δρόμο του ο ποταμός Αχέρων διασταυρωνόταν με τους Πυριφλεγέθοντα και Κωκυτό, στο σημερινό χωριό Μεσοπόταμος, στο σημείο όπου βρίσκεται το αρχαίο Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
Η αρμοδιότητα του Νεκρομαντείου του Αχέροντα ήταν διαφορετική από αυτή των Δελφών και της Δωδώνης. Ο σκοπός του δεν ήταν η παροχή χρησμού αλλά η διευκόλυνση της επικοινωνίας των επισκεπτών με τις ψυχές των νεκρών συγγενών τους.
Μύθοι και παραδόσεις
Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση τα νερά του ποταμού ήταν πικρά καθώς ένα "στοιχειό" (τέρας) που ζούσε στις πηγές του δηλητηρίαζε τα νερά. Ο Άγιος Δονάτος (ετυμολογική προέλευση από το Αϊδονεύς, Αϊδονάτος, Άγιος Δονάτος), πολιούχος της Μητρόπολης Παραμυθιάς Θεσπρωτίας, σκότωσε το στοιχειό και τα νερά του Αχέροντα έγιναν γλυκά, έτσι πήρε και το όνομά του το χωριό Γλυκή.
Ένα ενδιαφέρον στοιχείο από την αρχαία Ελληνική μυθολογία που μαρτυρά τη συνέχεια αυτής στη σύγχρονη πλέον λαϊκή παράδοση είναι το εξής: Κατά την τιτανομαχία οι Τιτάνες έπιναν νερό από τον Αχέροντα για να ξεδιψάσουν γεγονός που προκάλεσε την οργή του Δία ο οποίος μαύρισε και πίκρανε τα νερά του.
Ο Όμηρος στην «Οδύσσεια»
Αναφερόμενος στην κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη για να πληροφορηθεί από το μάντη Τειρεσία για την επιστροφή του στην Ιθάκη περιγράφει λεπτομερώς το σημείο συνάντησης του Αχέροντα με τον Πυριφλεγέθωντα και τον Κωκυτό:
«… άραξ' εκεί το πλοίο σου στου Ωκεανού την άκρη,
και στου Άδη κίνησε να πας τ' αραχνιασμένο σπίτι,
Εκεί ὁ Πυριφλεγέθοντας στου Αχέροντα το ρέμα
κυλιέται με τον Κωκυτὸ που πέφτει από τη Στύγα,
κι ὁ βράχος που βαρύβροντα τα δυο ποτάμια σμίγουν…».
(Κ΄ Rαψωδία)
polina
Fri, 13/11/2015 - 16:02
Permalink
Ο Άδης… Ο θεός του κάτω κόσμου
Click για περισσότερα
Ο Άδης (αρχαία ελληνικά: Άδης ή Άιδης) (“αόρατος”) γενικά στην Ελληνική Μυθολογία σήμαινε τόσο τον κάτω κόσμο όπου μεταβαίνουν οι ψυχές μετά θάνατο όσο και την ίδια ιδεατή ανθρωπόμορφη δύναμη που κυβερνούσε αυτόν τον χώρο. Η λέξη αρχικά αναφερόταν αποκλειστικά στο θεό. Η γενική πτώση της λέξης (Άιδου), ήταν συντόμευση της φράσης “σπίτι του Άδη”, αλλά τελικά και η ονομαστική της λέξης άρχισε να περιγράφει την κατοικία των νεκρών.
Άδης: ο θεός
Στην Ελληνική μυθολογία ο Άδης, θεός του κάτω κόσμου, ήταν γιος των Τιτάνων Κρόνου και Ρέας. Είχε τρεις μεγαλύτερες αδελφές, την Εστία, την Δήμητρα και την Ήρα, όπως επίσης δύο νεώτερους αδελφούς, τον Ποσειδώνα και τον Δία. Μετά τη γέννησή του τον “κατάπιε” ο πατέρας του Κρόνος όπως και τα αδέλφια του σε μια αλληγορική απόδοση της υπεροχής της ακολουθούμενης τότε “Κρόνιας θρησκείας”, που τα πάντα σκίαζε η καταστροφή του χρόνου-Κρόνου.
Μετά τη δεύτερη μεγάλη θρησκευτική επανάσταση που συμβαίνει στην Ελληνική Μυθολογία, φέρεται πως μόλις ενηλικιώθηκε ο Δίας, που είχε διασωθεί από την παιδοκτόνο τακτική του πατέρα του, κατάφερε να αναγκάσει εκείνον να εξεμέσει τα αδέλφια του. Μετά την απελευθέρωσή τους οι έξι νεώτεροι θεοί, μαζί με τους συμμάχους που κατάφεραν να συγκεντρώσουν, διεκδίκησαν από τους γονείς τους και τους θείους τους την εξουσία προκαλώντας την Τιτανομαχία. Οι τρεις αδελφοί έλαβαν από τους Κύκλωπες τα όπλα που θα τους βοηθούσαν στη μάχη μεταξύ των θεών. Ο Δίας έλαβε τον κεραυνό, ο Ποσειδώνας μία τρίαινα και ο Άδης ένα κράνος που έκανε αόρατο όποιον το φορούσε. Ο πόλεμος διήρκεσε 10 χρόνια και έληξε με τη νίκη των νεώτερων θεών. Μετά τη νίκη ο Άδης και οι δύο νεώτεροι αδελφοί του, ο Ποσειδώνας και ο Δίας, έριξαν κλήρο για να καθορίσουν τα βασίλεια που θα κυβερνούσαν. Ο Δίας ανέλαβε τον ουρανό και κυρίαρχος των πάντων, ο Ποσειδώνας τις θάλασσες και κάθε υγρό στοιχείο, ενώ ο Άδης τον κάτω κόσμο, το αόρατο βασίλειο στο οποίο πηγαίνουν οι νεκροί όταν αφήνουν τον επίγειο κόσμο.
Ο Άδης έλαβε ως σύζυγό του, την Περσεφόνη, μέσα από τέχνασμα, μια ιστορία που συνέδεσε τα αρχαία Ελευσίνια Μυστήρια με το Ολύμπιο πάνθεον, σε μια πρώιμη αλληγορική παρουσία – σύνδεση ζωής και θανάτου.
Ο Άδης κυβερνούσε τους νεκρούς, βοηθούμενος από δαίμονες επί των οποίων είχε απόλυτη εξουσία. Απαγόρευε αυστηρά στους υποτελείς του να φύγουν από την περιοχή του και οργιζόταν αν κάποιος προσπαθούσε να διαφύγει, (να επανέλθει στη ζωή), ή αν κάποιος προσπαθούσε να του αφαιρέσει ό,τι του ανήκε.
Εκτός από τον Ηρακλή, οι μόνοι άλλοι ζωντανοί άνθρωποι που τόλμησαν να εισέλθουν στον κάτω κόσμο και να επιστρέψουν, επίσης όλοι ήρωες, ήταν: ο Ορφέας, ο Θησέας, ο Οδυσσέας και ο Αινείας (συνοδευόμενος από την Σίβυλλα). Κανείς τους δεν ευχαριστήθηκε ιδιαίτερα από ό,τι είδαν στο βασίλειο των νεκρών. Συγκεκριμένα, ο ήρωας του Τρωικού πολέμου Αχιλλέας, τον οποίο ο Οδυσσέας συνάντησε στον Άδη είπε:
“Μη μου μιλάς καταπραϋντικά για τον θάνατο, ένδοξε Οδυσσέα. Θα προτιμούσα να υπηρετώ ως μισθοφόρος κάποιου άλλου, παρά να είμαι ο αφέντης των νεκρών που χάθηκαν.“
Άδης: η κατοικία των νεκρών
Υπήρχαν πολλοί τομείς του Άδη, συμπεριλαμβανομένων των Ηλυσίων Πεδίων και του Ταρτάρου.
Στην Ρωμαϊκή μυθολογία, μια είσοδος στον κάτω κόσμο που βρισκόταν στο Αβέρνους, έναν κρατήρα κοντά στην Κύμη (Cumae) της Καμπανίας, ήταν ο δρόμος που ο Αινείας χρησιμοποίησε για να κατέβει στον Κάτω Κόσμο. Συνεκδοχικά, η λέξη Αβέρνους μπορεί να ήταν υποκατάστατο ολόκληρης της σημασίας κάτω κόσμος. Οι Ινφέριι Ντίι ήταν οι Ρωμαίοι θεοί του κάτω κόσμου.
Οι νεκροί εισέρχονταν στον κάτω κόσμο διασχίζοντας τον ποταμό Αχέροντα, με τη βάρκα του Χάροντα, ο οποίος χρέωνε έναν οβολό για το πέρασμα, τοποθετημένο κάτω από τη γλώσσα του νεκρού από τους πιστούς συγγενείς του. Οι άποροι και όσοι δεν είχαν φίλους παρέμεναν για πάντα στην όχθη του ποταμού. Η αντίπερα όχθη φυλασσόταν από τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο σκύλο που νικήθηκε από τον Ηρακλή. Πέρα από τον Κέρβερο, οι σκιές των τεθνεώτων εισέρχονταν στον Τάρταρο, τη γη των νεκρών.
Οι πέντε ποταμοί του Άδη ήταν οι Αχέρων, Κωκυτός, Φλεγέθων, Λήθη και Στυξ.
Η πρώτη περιοχή του Άδη περιλαμβάνει τους λειμώνες με τους ασφόδελους, που περιγράφονται στην Οδύσσεια, όπου οι σκιές των ηρώων περιφέρονται απελπισμένα μεταξύ κατώτερων πνευμάτων, που τιτιβίζουν γύρω τους σαν νυχτερίδες.
Πέρα από κει βρισκόταν το Έρεβος, που μπορεί να θεωρηθεί ως ευφημισμός του Άδη, το όνομα του οποίου προκαλούσε φρίκη. Υπήρχαν δύο πηγές, αυτή της Λήθης, όπου οι κοινές ψυχές συνέρρεαν για να σβήσουν κάθε μνήμη, και η πηγή της Μνημοσύνης, όπου αντιθέτως έπιναν οι μύστες των μυστηρίων. Στο προαύλιο του οδυνηρού παλατιού του Άδη και της Περσεφόνης κάθονται τρεις κριτές του κάτω κόσμου: ο Μίνως, ο Ραδάμανθυς και ο Αιακός. Εκεί, μέρος ιερό αφιερωμένο στην Εκάτη, όπου συναντώνται τρεις δρόμοι, κρίνονται οι ψυχές και επιστρέφουν στους λειμώνες με τους ασφόδελους αν δεν είναι ούτε ενάρετες ούτε κακές, στέλνονται στον Τάρταρο αν είναι ασεβείς ή κακές, ή οδηγούνται στα Ηλύσια για να συντροφέψουν τις ηρωικές και τις ευλογημένες.
Λατρεία
Ο Άδης ήταν τρομακτική μορφή για όσους ζούσαν. Μη έχοντας καμία βιασύνη να τον συναντήσουν, ήταν σιωπηλοί στους όρκους στο όνομά του. Για πολλούς, μόνο η εκφορά της λέξης Άδης ήταν τρομακτική. Γι’ αυτό και χρησιμοποιήθηκε ένας ευφημισμός. Αφού πολύτιμα ορυκτά προέρχονται κάτω από τη γη (δηλ. τον κάτω κόσμο κυβερνώμενο από τον Άδη), θεωρήθηκε πως κυβερνούσε και αυτά, και αναφερόταν ως Πλούτωνας (Πλούτων, συγγενής της λέξης πλούτος), και από κει και το Ρωμαϊκό όνομα Πλούτο. Ο Σοφοκλής αναφερόμενος στον Άδη ως τον “πλούσιο” εξήγησε με αυτά τα λόγια: “ο καταθλιπτικός Άδης εμπλουτίζει τον εαυτό του με τους αναστεναγμούς μας και τα δάκρυά μας”. Επιπροσθέτως, αποκαλείτο Κλυμένος, Ευβουλεύς και Πολυδέγμων.
Αν και ήταν Ολύμπιος, πέρναγε τον περισσότερο χρόνο του στο σκοτεινό του βασίλειο. Φοβερός στη μάχη, απέδειξε την αγριότητά του στην περίφημη Τιτανομαχία, την μάχη των Ολυμπίων εναντίον των Τιτάνων, που καθιέρωσε την εξουσία του Δία.
Εξαιτίας της σκοτεινής και μακάβριας προσωπικότητάς του δεν ήταν ιδιαίτερα αρεστός ούτε από τους θεούς ούτε από τους ανθρώπους. Ο χαρακτήρας του περιγράφεται ως “άγριος και αμείλικτος”, και από όλους τους θεούς ήταν κατά πολύ ο πιο μισητός από τους θνητούς. Ωστόσο, δεν ήταν κακός θεός, γιατί, αν και ήταν αυστηρός, ανηλεής και χωρίς επιείκεια, ήταν όμως δίκαιος. Ο Άδης κυβερνούσε τον κάτω κόσμο και επομένως ήταν πιο συχνά συνδεδεμένος με το θάνατο και τρομακτικός στους ανθρώπους, αλλά δεν ήταν ο ίδιος ο θάνατος. Η πραγματική προσωποποίηση του θανάτου ήταν ο Θάνατος.
Όταν οι Έλληνες προσεύχονταν στον Άδη, χτυπούσαν τα χέρια τους στο έδαφος για να είναι σίγουροι πως τους ακούει. Μαύρα ζώα, όπως πρόβατα, θυσιάζονταν προς τιμήν του. Το αίμα από τις θυσίες στον Άδη έσταζαν σε λάκκο για να τον φτάσουν. Το πρόσωπο που πρόσφερε τη θυσία έπρεπε να γυρίσει το κεφάλι του. Κάθε εκατό χρόνια λάμβαναν χώρα εορτές προς τιμή του.
Το όπλο του Άδη ήταν ένα δίκρανο, με το οποίο διέλυε ό,τι βρισκόταν στο δρόμο του ή ό,τι δεν του ήταν αρεστό, σχεδόν ό,τι έκανε και ο Ποσειδώνας με την τρίαινά του.
Στα αντικείμενα που κατείχε και τον προσδιόριζαν ανήκε και ένα περίφημο κράνος, δοσμένο από τους Κύκλωπες, που καθιστούσε όποιον το φορούσε αόρατο. Είναι γνωστό πως ο Άδης μερικές φορές δάνειζε το κράνος του αυτό και σε θεούς και σε ανθρώπους (όπως στον Περσέα). Το σκοτεινό του άρμα, συρόμενο από τέσσερα μαύρα άλογα, πάντοτε ήταν εντυπωσιακό και τρομακτικό στη θέα. Επίσης στον Άδη αποδίδονται ο Νάρκισσος και τα κυπαρίσσια, το Κλειδί του Άδη και ο Κέρβερος, ο τρικέφαλος σκύλος. Καθόταν σε έναν εβένινο θρόνο.
polina
Fri, 13/11/2015 - 16:14
Permalink
Τι συνέβη με την κάθοδο της Περσεφόνης στον Κάτω Κόσμο;
Click για περισσότερα
Λεζάντα φωτογραφίας: Η Περσεφόνη (δεξιά) με την Αθηνά και τον Τριπτόλεμο στα Ελευσίνια μυστήρια. (Ανάγλυφο του 440-430 π.Χ. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Αθήνα).
Η Περσεφόνη, σύμφωνα με όλα τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας είναι η θεά του Κάτω Κόσμου και η σύντροφος του Άδη. Είναι κόρη του Δία και της Δήμητρας, τουλάχιστον σύμφωνα με την πιο διαδομένη εκδοχή. Μια παράδοση όμως τη θέλει κόρη του Δία και της Στυγός, της Νύμφης του ποταμού του Κάτω Κόσμου.
Ο σπουδαιότερος μύθος της Περσεφόνης είναι η ιστορία της απαγωγής της από τον Άδη, το θείο της (αφού ο Άδης ήταν αδελφός του Δία). Ο Άδης ερωτεύτηκε τη νέα και την απήγαγε, την ώρα που αυτή μάζευε λουλούδια μαζί με τις Νύμφες στην πεδιάδα της Έννας στη Σικελία (αυτή είναι η τοποθεσία η γενικά πιο αποδεκτή). Η απαγωγή αυτή έγινε με τη συνενοχή του Δία και όσο απουσίαζε η Δήμητρα.
Σ' αυτή την εποχή τοποθετούνται τα ταξίδια της Δήμητρας σε ολόκληρη την Ελλάδα, για να βρει την κόρη της, την οποία θρηνούσε όπου κι αν στεκόταν! Η Περσεφόνη ως σύζυγος του Άδη παίζει κάποιο ρόλο στους μύθους του Ηρακλή, του Ορφέα, του Θησέα και του Πειρίθοου.
Έλεγαν επίσης πως είχε ερωτευτεί τον ωραίο Άδωνη, ο οποίος με τη σειρά του χρειάστηκε να μοιράσει το χρόνο του ανάμεσα στη Γη και τον Κάτω Κόσμο. Η Περσεφόνη εμφανίζεται κοντά στη Δήμητρα στα Ελευσίνια Μυστήρια. Στη Ρώμη την ταύτιζαν με την Προσερπίνα.
Πώς έγινε η απαγωγή της Περσεφόνης;
Η Περσεφόνη, όπως είπαμε, ήταν κόρη του Δία και της Δήμητρας και, τουλάχιστο στην παραδοσιακή μορφή του μύθου, ήταν η μοναχοκόρη της θεάς. Μεγάλωνε ευτυχισμένη ανάμεσα στις Νύμφες, συντροφιά με τις αδελφές της, τις άλλες κόρες του Δία, την Αθηνά και την Άρτεμη, και λίγο ενδιαφερόταν για το γάμο, όταν ο θείος της, ο Άδης, την ερωτεύτηκε και με τη βοήθεια του Δία την απήγαγε.
Ως τόπος της απαγωγής θεωρείται συνήθως το λιβάδι της Έννας στη Σικελία, αλλά ο ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα κάμνει λόγο, πολύ ακαθόριστα, για την πεδιάδα της Μύσας, που είναι όνομα μυθικό, αναμφίβολα χωρίς γεωγραφική υπόσταση.
Άλλες παραδόσεις τοποθετούν την απαγωγή της Περσεφόνης πότε στην Ελευσίνα, στις όχθες του Κηφισού, πότε στην Αρκαδία, στους πρόποδες της Κυλλήνης, όπου και έδειχναν κάποια σπηλιά, που τη θεωρούσαν ως μία από τις εισόδους του Κάτω Κόσμου, πότε στην Κρήτη, κοντά στην Κνωσσό κ.λπ. Λένε πως τη στιγμή που η νέα έκοβε ένα νάρκισσο (ή έναν κρίνο), άνοιξε η γη, πετάχτηκε ο Άδης και παρέσυρε τη μνηστή του στον Κάτω Κόσμο!..
Η κραυγή της Περσεφόνης
Από πότε αρχίζει για την μητέρα της Δήμητρα η αναζήτηση της κόρης της Περσεφόνης, που θα την κάμει να διασχίσει όλο το γνωστό κόσμο; Τη στιγμή που χανόταν στην άβυσσο, η Περσεφόνη έβαλε μια φωνή. Η Δήμητρα την άκουσε και η αγωνία έσφιξε την καρδιά της. Τρέχει, αλλά δε βρίσκει την Περσεφόνη!.. Λένε πως εννιά μέρες και εννιά νύχτες, χωρίς να φάει, χωρίς να πιει, χωρίς να πλυθεί και να στολιστεί, η θεά πλανιέται στον κόσμο, κρατώντας δάδες στα χέρια της! Και τη δέκατη μέρα;
Τη δέκατη μέρα η Δήμητρα συναντά την Εκάτη, που και εκείνη είχε ακούσει τη φωνή, αλλά δεν είχε αναγνωρίσει τον απαγωγέα, γιατί το κεφάλι του περιβαλλόταν από σκιές της νύχτας. Μόνο ο Ήλιος, που τα βλέπει όλα, μπορεί να της αποκαλύψει αυτό που έγινε.
Σύμφωνα όμως με μια τοπική παράδοση, οι κάτοικοι της Ερμιόνης, στην Αργολίδα, αποκάλυψαν στη θεά Δήμητρα τον ένοχο. Οργισμένη τότε η θεά αποφάσισε να μην ξανανέβει στον ουρανό και να μείνει στη γη, παραιτούμενη από τα θεϊκά της καθήκοντα, ωσότου να της ξαναδώσουν την κόρη της!...
Και τι έκανε;
Πήρε την μορφή γερόντισσας και πήγε στην Ελευσίνα! Πρώτα κάθισε σε μια πέτρα, που από τότε πήρε το όνομα «αγέλαστος πέτρα»• έπειτα πήγε στο βασιλιά Κελεό, που βασίλευε τότε στη χώρα. Εκεί κάθονταν γερόντισσες, που την κάλεσαν να καθίσει ανάμεσα τους και μία, η Ιάμβη, την έκαμε με τα αστεία της να χαμογελάσει.
Κατόπιν η θεά Δήμητρα μπήκε στην υπηρεσία της Μετάνειρας, της γυναίκας του Κελεού, ως τροφός. Το παιδί που της εμπιστεύτηκαν ήταν ο μικρός Δημοφώντας ή, σε άλλες παραλλαγές, ο μικρός Τριπτόλεμος. Η θεά προσπάθησε να τον κάμει αθάνατο, αλλά δεν το κατόρθωσε εξαιτίας της άκαιρης επέμβασης της Μετάνειρας και, αποκαλύπτοντας την αληθινή της ταυτότητα, ανέθεσε στον Τριπτόλεμο να διαδώσει στον κόσμο την καλλιέργεια του σιταριού.
Άλλες παραδόσεις θέλουν τη θεά να εκτελεί χρέη τροφού κοντά στο βασιλιά της Σικυώνας Πλημναίο. Στο μεταξύ η εκούσια εξορία της Δήμητρας έκαμε τη γη άγονη και η τάξη του κόσμου διαταράχτηκε!
Ο μεγάλος συμβιβασμός!
Κατόπιν όλων αυτών, ο Δίας διέταξε τον Άδη να δώσει πίσω την Περσεφόνη, αλλά αυτό όμως ήταν αδύνατο διότι η Περσεφόνη είχε σπάσει τη νηστεία της και είχε φάει ένα σπυρί ροδιού στη διάρκεια της παραμονής της στον Κάτω Κόσμο, πράγμα που τη δέσμευε για πάντα! Χρειάστηκε λοιπόν να καταλήξουν σε ένα συμβιβασμό: η Δήμητρα θα ξανάπαιρνε τη θέση της στον Όλυμπο και η Περσεφόνη θα μοίραζε τη χρονιά ανάμεσα στον Κάτω Κόσμο και τη μητέρα της!
Κάθε άνοιξη λοιπόν η Περσεφόνη φεύγει από την υπόγεια διαμονή της και ανεβαίνει στον ουρανό με τα πρώτα φυτά που φυτρώνουν στα αυλάκια των χωραφιών, για να χαθεί πάλι κοντά στις σκιές την εποχή της συγκομιδής. Αλλά όσο καιρό είναι μακριά από τη Δήμητρα, το χώμα μένει άγονο και είναι η μελαγχολική εποχή του χειμώνα!
Με την αναζήτηση της Δήμητρας συνδέθηκαν διάφορα επεισόδια, ανάλογα με τις τοπικές παραδόσεις. Στη Σικυώνα απέδιδαν στη θεά την εφεύρεση του μύλου, που η ίδια δίδαξε στους κατοίκους• αλλού της απέδιδαν την καλλιέργεια των λαχανικών, ιδιαίτερα της φάβας, ή των οπωρικών, όπως τα σύκα.
Σε όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας έδειχναν ιερά της θεάς και βεβαίωναν πως είχαν χτιστεί από αυτούς που παλιότερα την είχαν φιλοξενήσει• στο Άργος κάποιος Μύσιος και η γυναίκα του Χρυσανθία• στον Φενεό, στην Αρκαδία, ο Τρισαύλης και ο Δαμιθάλης κ.λπ.
Με την αναζήτηση της Περσεφόνης συνέδεαν ακόμη τους έρωτες της Δήμητρας και του Ποσειδώνα. Για να του ξεφύγει η θεά μεταμορφώθηκε σε φοράδα, αλλά μάταια και έτσι έφερε στον κόσμο, εκτός από ένα άλογο, τον Αρείονα, και μια κόρη, που τη γνώριζαν με το όνομα «η Κυρία».
Μια άλλη παράδοση, γνωστή ήδη από την ομηρική Οδύσσεια, είναι αυτή που αναφέρεται στον έρωτα της Δήμητρας και του Ιασίονα, που έδωσε στη θεά ένα γιο, τον Πλούτο. Λένε πως η Δήμητρα αγωνίστηκε εναντίον του 'Ηφαίστου για την κυριαρχία στη Σικελία, εναντίον του Διόνυσου για την κυριαρχία στην Καμπανία. Αυτός ο μύθος, πιθανόν μεταγενέστερος, συμβολίζει αναμφίβολα τον πλούτο της Καμπανίας σε αμπέλια και σιτάρι!.
Τα σύμβολα της Δήμητρας είναι ο στάχυς, ο νάρκισσος, η παπαρούνα• πουλί της ο γερανός• αγαπητό θύμα της η γουρούνα, ενώ συχνά παρασταίνουν τη θεά καθιστή με πυρσούς ή με ένα φίδι.
http://www.sakketosaggelos.gr/Article/1139/