Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ,
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΓΕΩΜΕΤΡΗΣ
Από το βιβλίο του Ν. Καμπάνη, Πορτραίτα Φιλοσόφων και Μεταφυσικές Υποτυπώσεις, τόμ. II
Μαθηματική, φιλόσοφος και γεωμέτρης, η οποία ήκμασε κατά το δεύτερο ήμισυ του Δ μ.X. αιώνα και στις αρχές του επομένου. Ήταν θυγατέρα του ονομαστού μαθηματικού και αστρονόμου Θέωνα. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια, άγνωστο πότε ακριβώς, εικάζεται περί το 370 μ.Χ., και σπούδασε δίπλα στον πατέρα της και στις σχολές της γενέτειράς της, ενώ μετέπειτα μετέβη στην Αθήνα και φοίτησε στη νεοπλατωνική σχολή του Πρόκλου και του Ιεροκλέους. Φαίνεται όμως ότι η Υπατία, όταν ήλθε στην Αθήνα, είχε ήδη εντρυφήσει στη νεοπλατωνική φιλοσοφία, την οποία διδάχθηκε στην Αλεξάνδρεια στη σχολή του Αμμωνίου Σακκά και αργότερα τη σπούδασε συστηματικά και ιδιαιτέρως, αφού η οικία της στην Αθήνα, κατά τον Σουΐδα, έγινε εντευκτήριο θαυμαστών, μαθητών και φιλοσοφούντων. Είναι άγνωστο πόσο διέμεινε στην Αθήνα, παν-τως μετά την επάνοδό της στην Αλεξάνδρεια εμφανίζεται ως διδάσκαλος και αρχηγός σχολής φιλοσοφικών και μαθηματικών σπουδών, και αποτέλεσε πόλο έλξεως για τους διανοούμενους της εποχής.
Η Υπατία υπήρξε από τις πιο εξιδανικευμένες μορφές της επιστήμης. Εξυμνείται από τους ιστορικούς για το εξαίρετο κάλλος της, την ανδρική της παρρησία, το θάρρος και το πνεύμα της, τη σύνεση και τη σοφία της. Κατά τον Συνέσιο, είχε «επαγωγόν διδασκαλικόν» και «εντρεχής και διαλεκτική εν τοις λόγοις περιβαλλόμενη τον φιλοσοφικόν τρίβωνα η γυνή, δια μέσου του άστεως ποιουμένη τας προόδους, εξηγείτο δημοσία τοις ακροάσθαι βουλομένοις η τον Πλάτωνα η τον Αριστοτέλην η τα άλλου ότου δη των φιλοσόφων» . Ο Σουΐδας, μάλιστα, αναφέρει ότι ήταν επίσημα διορισμένη να ερμηνεύει το δόγμα του Πλάτωνος, του Αριστοτέλους και άλλων. Πολλοί μαθητές συνέρρεαν στην Αλεξάνδρεια αποκλειστικά για να παρακολουθήσουν τις διαλέξεις της για τα μαθηματικά, την αστρονομία, τη φιλοσοφία και τη μηχανική. Η οικία της, όπως και στην Αθήνα, έγινε κέντρο διανοούμενων και συγκέντρωνε σχολαστικιστές που συζητούσαν επιστημονικά και φιλοσοφικά ζητήματα.
Στην Αλεξάνδρεια δίδαξε κυρίως νεοπλατωνική φιλοσοφία, αλλά ιδιαίτερα επιτυχής ήταν η ενασχόλησή της με τα κείμενα του Αριστοτέλους, η δε διδασκαλία της στα μαθηματικά και την αστρονομία στηρίχτηκε στις αντίστοιχες αντιλήψεις του μεγάλου Σταγειρίτη. Η συμβολή της στην ανάπτυξη των μαθηματικών, της αστρονομίας και ειδικότερα της γεωμετρίας, επιστήμες που τις δίδαξε συστηματικά, υπήρξε αναντίλεκτη, σε βαθμό που οι σύγχρονοί της, αλλά και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς, να την ονομάζουν «Γεωμετρική». Ο Σωκράτης ο Σχολαστικός, γράφει περί αυτής: «Ην τις γυνή εν τη Αλεξανδρεία, τούνομα Υπατία• αύτη Θέωνος μεν του φιλοσόφου θυγάτηρ ην• επί τοσούτον δε προύβη παιδείας, ως υπερακοντίσαι τους κατ’ αυτήν φιλοσόφους, την δε Πλατωνικήν από Πλωτίνου καταγομένην διατριβήν διαδέξασθαι, και πάντα τα φιλόσοφα μαθήματα τοις βουλομένοις εκτίθεσθαι• διο και οι πανταχόθεν φιλοσοφείν βουλόμενοι κατέτρεχον παρ’ αυτήν» .
Ευειδεστάτη και πολυμαθής, προσείλκυε πολλούς θαυμαστές και αφοσιωμένους μαθητές, η δε φήμη της ήταν μεγάλη. Με επιχειρήματα και δημόσια αναγνώριση και σεβασμό, η Υπατία επεσκίαζε κάθε αντίπαλο των χριστιανικών δογμάτων της Αιγύπτου. Ήταν φημισμένη για το βάθος της γνώσεώς της και τη γοητεία της προσωπικότητάς της, και αγαπημένη των πολιτών της Αλεξάνδρειας. Συχνά την καλούσαν ως σύμβουλο οι άρχοντες της πόλεως.
Η Υπατία είναι σημαντική για το ρητορικό κανόνα, γιατί απέδειξε ότι και οι γυναίκες συμμετείχαν στις κοινωνικές και πνευματικές δραστηριότητες του αρχαίου κόσμου. Η δημόσια διδασκαλία της για τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, υποδείκνυε τη βαθιά της γνώση στη φιλοσοφία και στη ρητορική. Η φιλοσοφία που ανέπτυξε η Υπατία είναι γνωστή ως νεοπλατωνική. Αν και υπήρχαν διάφορες εκδοχές του νεοπλατωνισμού, λέγεται ότι η Υπατία κήρυξε ένα δικό της, αλλά κάπως διαφορετικό, φιλοσοφικό σύστημα.
Οι επιστολές και τα ποιήματα που διασώθηκαν για τη δράση της, παρέχουν συμπεράσματα για τη νεοπλατωνική φιλοσοφία της Υπατίας, αλλά δεν παρέχουν όμως σημαντικές πληροφορίες για το καθόλου έργο της. Επιπλέον, ενώ τα γραπτά των φιλοσόφων διαδόχων της έρχονται να ρίξουν φως σχετικά με τις συνεισφορές της στο νεοπλατωνισμό, δεν υπάρχουν δικά της σωζόμενα μαθηματικά έργα. Αποδείξεις για τη ζωή και το έργο της Υπατίας μπορούν να βρεθούν μόνο σε διάφορα ιστορικά κείμενα, όπως για παράδειγμα στα έργα του Σωκράτη του Σχολαστικού, και σε επιστολές, κυρίως του Συνεσίου από την Κυρήνη ο οποίος έγινε επίσκοπος Πτολεμαΐδας το 411 μ.Χ., και φαίνεται να ευρίσκονταν σε πνευματική σχέση με την Υπατία, ανάλογη περίπου με εκείνη μεταξύ του Σωκράτους και του Πλάτωνος.
Ο Συνέσιος, σε επιστολή του προς τον αδελφό του Ευόπτιο, υπογραμμίζει τρία βασικά σημεία στα οποία αντικατοπτρίζεται με σαφήνεια και καθαρότητα η βασική φιλοσοφική γραμμή της Υπατίας: α) Ανάσταση της ψυχής προ του σώματος και άνευ σώματος. β) Διαρκής αναδημιουργία του κόσμου. γ) Άρνηση της εγέρσεως της σαρκός υπό τη χοϊκή-επίγεια μορφή της. Επομένως, το να εκθέσει κανείς με ακρίβεια τις αντιλήψεις της κοσμοθεωρίας της Υπατίας είναι αρκετά δύσκολο, λόγω της καταφανούς αδυναμίας να παρακολουθήσουμε την εξελικτική πορεία των φιλοσοφικών της ιδεών. Παρ’ όλες αυτές τις αδυναμίες, ακολουθώντας τις αρχές της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας γενικότερα και ειδικότερα των διδασκάλων της Υπατίας, αλλά και τη σχολαστική έρευνα των συγγραμμάτων η των απόψεων των μαθητών της, μπορούμε να έχουμε μια σκιαγράφηση των φιλοσοφικών της πεποιθήσεων.
Η νεοπλατωνική φιλοσοφία θεωρεί ότι μόνο το πνεύμα είναι αθάνατο. Οι θεμελιώδεις γνωσιολογικές, οντολογικές, και μεταφυσικές ιδέες της Υπατίας, κινούνται επάνω στις βασικές γραμμές της φιλοσοφίας του Πλωτίνου. Η γνωσιολογία της Υπατίας είναι ένα κράμα επιρροής της προηγούμενης φιλοσοφικής θεάσεως των ιδεών, αλλά και των χριστιανικών αντιλήψεων μαζί. Ο ανθρώπινος λόγος είναι εικόνα του θείου λόγου, ενώ οι γνώσεις μας πηγάζουν από τη λογική με την οποία συλλαμβάνουμε και ερμηνεύουμε τον κόσμο, και με την οποία οικοδομούμε τις επιστήμες.
Η φιλόσοφος Υπατία αποκρούει την παντοδυναμία της αν-θρώπινης λογικής και της ανθρώπινης γνώσεως, και θεωρεί ότι όλα τελούν κάτω από ένα σχέδιο της πρόνοιας του Δημιουργού. Χωρίς, ωστόσο, την παρουσία του λόγου θα ήταν αδύνατη η γνώση του κόσμου και ο προσανατολισμός μέσα σ’ αυτόν. Θεωρεί ύβρη και αμαρτία την πεποίθηση ότι οι γνωστικές μας δυνατότητες είναι απεριόριστες και επομένως η γνώση είναι ατέρμονη. Η Υπατία πιστεύει ότι ο εσωτερικός άνθρωπος έχει προτεραιότητα, και ότι η ψυχή με τη λογική της, και ευρύτερα με τη συνείδησή της, μορφώνει, σχηματοποιεί και σμιλεύει τον κόσμο. Ο λόγος έχει και τις υπηρετικές του δυνάμεις, ενώ όλα τελούν υπό τη σκέπη του. Ακόμη και όταν νομίζουμε ότι ενεργούμε κατά το θυμοειδές η κατά το επιθυμητικό, δεν απουσιάζει και τότε η κατευθύνουσα δύναμη του λόγου. Η υπερβολική πίστη όμως του ανθρώπου στο λόγο, τον οδηγεί σε κατάχρηση της ελευθερίας της βουλήσεώς του και της ελευθερίας του στο σύνολό της.
Η Υπατία ακολουθεί πολλές φορές πιστότερα τον Πλάτωνα παρά τον Πλωτίνο. Κατά τον Πλάτωνα, ο κόσμος των ιδεών είναι ο αληθινός κόσμος, ενώ ο υλικός είναι απείκασμα του νοητού. Κάθε τι που απομακρύνεται από το νοητό, άγεται προς την ύλη. Τα όντα και ο κόσμος σύγκεινται και διαποτίζονται από αυτή τη θεία ουσία, αφού ο Θεός είναι αιώνιος και ο δημιουργός του κόσμου. Ως δημιούργημα του Θεού, λοιπόν, ο υλικός κόσμος είναι καλός. Πολλές φορές όμως η λανθασμένη βούληση του ανθρώπου, τον οδηγεί σε υπερεκτίμηση του υλικού στοιχείου και τον κάμνει να προσκολλάται στις ηδονές του.
Έτσι προκαλείται η πτωτική πορεία από το φως προς το σκότος. Η ύλη στη φιλοσοφία της Υπατίας έχει περισσότερο ηθική έννοια και ολιγότερο οντολογική σημασία. Το ερώτημα πως εξελίσσεται ο κόσμος, μηχανοκρατικά η τελολογικά, δεν την απασχολεί βαθύτερα, διότι πιστεύει ότι ο Θεός ως τέλειο και υπέρτατο ον, κυβερνά, συντηρεί και προνοεί για τον κόσμο. Υπάρχει ένα ειλημμένο σχέδιο μέσα στο νου του Θεού. Πέρα από τις απαντήσεις που δίνει η Υπατία στο οντολογικό και κοσμολογικό ερώτημα του μεταφυσικού προβλήματος, ασχολείται και με το ψυχολογικό και ανθρωπολογικό ερώτημα, αφού δεν υπάρχει κανείς χώρος για το θεολογικό ερώτημα, δεδομένου ότι πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού και ο λόγος της είναι ένθεος. Ο άνθρωπος αποτελείται από δύο στοιχεία, την ψυχή και το σώμα, αυστηρά ιεραρχημένα κατά τον τρόπο της αντιστοιχίας πνεύματος-ύλης. Το πνεύμα φέρεται επί της ύλης και την κατευθύνει, η ψυχή κυβερνά το σώμα, και την ψυχή την κυβερνά ο λόγος. Το πολυτιμότερο μέσα στη ζωή και στην πράξη του ανθρώπου είναι η πίστη και όχι η γνώση. Η Υπατία δεν περιφρονεί τη γνώση, αφού άλλωστε η πίστη και η γνώση είναι αποκάλυψη του θείου λόγου και επειδή κατάγονται και οι δύο από το Θεό καμμία αντίθεση δεν υφίσταται μεταξύ τους.
Η Υπατία θεωρεί τις θρησκευτικές αξίες ως το θεμέλιο όλων των άλλων αξιών, και σ’ αυτές υποτάσσει τις αισθητικές και ηθικές αρχές και αξίες. Το πρώτο κριτήριο της αλήθειας του ανθρώπου και του κόσμου είναι η πίστη στην αποκάλυψη, το δεύτερο κριτήριο είναι η αυθεντία της εκκλησίας, και το τρίτο η επίγνωση του ανθρώπου ότι οι εσωτερικές του εμπειρίες οδηγούν σε όσο το δυνατό βέβαιες απόψεις και αντιλήψεις. Επηρεασμένη από τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα, η Υπατία ισχυρίζεται ότι μια ανθρώπινη πράξη είναι ορθή μόνο όταν στηρίζεται στην αυθεντική και γνήσια γνώση. Η αμαρτία, η αστοχία και το ολίσθημα, είναι το αποτέλεσμα ελλιπούς γνώσεως, κακής εκτιμήσεως η συγκινησιακής επήρειας. Η Υπατία έχει μια βαθιά εσωτερική σχέση προς την ιδεατή πραγματικότητα, όπως την ανέπτυξε ο Πλάτων. Το κάλλος για τη φιλόσοφο ήταν ένας κανόνας ζωής, η άγνοια είναι η ασχήμια, η ωραιότητα είναι κάτι παραπάνω από την απλή συμμετρία.
Άρα, πρόκειται για μια υψηλότερη και ανώτερη απεικόνιση των ιδεών του Πλάτωνος από όσο είναι οι παραστάσεις των αισθητηριακών αντιλήψεων. Το φυσικό κάλλος είναι κατώτερο από το ψυχικό και το ψυχικό κατώτερο από το πνευματικό. Η ύψιστη ομορφιά, επομένως, ταυτίζεται με την ύψιστη πραγματικότητα. Η Υπατία διακρίνει και εκείνη κατά τον τρόπο του Πλωτίνου τις αρετές. Την πρώτη βαθμίδα κατέχουν οι πολιτικές αρετές, οι αρετές δηλαδή της πρακτικής σοφίας, το θάρρος, η μετριοφροσύνη και η δικαιοσύνη. Τη δεύτερη βαθμίδα την συνιστούν οι λεγόμενες καθαρτικές αρετές της σάρκας, ενώ την τρίτη και ύψιστη βαθμίδα την συγκροτούν οι ανώτερες αρετές, εκείνες, δηλαδή, που μας ανάγουν προς το θείο και μας βοηθούν να αποσχισθούμε από την ύλη και εν συνεχεία να καταφύγουμε στο Θεό, από τον οποίο ο ίδιος ο άνθρωπος απέκοψε τον εαυτό του και απώλεσε την ευδαιμονία του.
Οι ανώτερες αρετές, η πίστη, η αγάπη και η ελπίδα, αντιπροσωπεύουν, και συγχρόνως εμπραγματώνουν, τους ύψιστους και έσχατους σκοπούς της ανθρώπινης ζωής. Η άμεση επαφή με το αγαθό διασφαλίζει την εσωτερική ευτυχία και δίνει ουσιαστικό νόημα στη ζωή. Οι γνωσιολογικές, οντολογικές, μεταφυσικές και αξιολογικές απόψεις της Υπατίας, δεν έλαβαν πολλές φορές ακριβώς υπ’ όψιν τα δόγματα της χριστιανικής θρησκείας. Το φιλοσοφικό της ενδιαφέρον γύρω από τα διαχρονικά προβλήματα της ύλης, της ιδέας, της ζωής, της ουσίας της υπάρξεως και του όντος, υπερέβαινε τους στενούς ορίζοντες ενός αδυσώπητου κάποτε θεολογικού προβληματισμού. Ο μεγάλος θαυμασμός όμως της Υπατίας προς το παραδεδομένο φιλοσοφικό αγαθό, η λατρεία της προς την προηγούμενη φιλοσοφική παράδοση, και γενικότερα προς την ελληνική γραμματεία, έδωσαν λαβή σε επικίνδυνες παρερμηνείες.
Εκτός όμως από τις φιλοσοφικές αντιλήψεις της Υπατίας, μεγάλη ήταν η επίδοσή της στα μαθηματικά, τη γεωμετρία και την αστρονομία. Τελειοποίησε τους κώνους του Απολλωνίου, οι οποίοι θεωρούνται από τα πιο δύσκολα έργα της αρχαιότητας, και ήταν αυτοί που έθεσαν τα θεμέλια για πολλά από αυτά που στο μέλλον έγιναν γνωστά ως προβολική γεωμετρία. Τα αλγεβρικά έργα του Διοφάντου, στα οποία η Υπατία έγραψε σχόλια, ήταν πολύ πιο εξελιγμένα από τα προηγούμενα. Σε κάθε περίπτωση οι μαθηματικοί της Αλεξάνδρειας του Δ και Ε' αιώνα ανέπτυξαν τα μαθηματικά που θα χρησιμοποιούνταν για τη λύση ανωτέρας τάξεως συστημάτων εξισώσεων. Τα σημερινά μαθηματικά οφείλουν στην Υπατία ένα μεγάλο χρέος, διότι χωρίς εκείνη θα είχαμε πολύ λιγότερα από τα έργα του Διοφάντου.
Πλην των θεωρητικών, η Υπατία διέτριψε και σε τεχνικά και μηχανικά ζητήματα. Αναφέρεται, μάλιστα, ότι με τη συμβολή και την καθοδήγησή της ο μαθητής της Συνέσιος κατασκεύασε τον αστρολάβο, ένα αστρονομικό όργανο που χρησιμοποιείτο για τη μέτρηση των θέσεων των άστρων, των πλανητών και του Ηλίου, καθώς και για τον υπολογισμό της ώρας και του ανατέλλοντος ζωδιακού σημείου. Εφηύρε επίσης αρκετά εργαλεία, όπως μια συσκευή για τη διύλιση του νερού, ένα όργανο για τη μέτρηση της στάθμης του νερού και ένα διαβαθμισμένο υδρόμετρο από μπρούντζο για τη μέτρηση της ειδικής βαρύτητας (πυκνότητας) ενός υγρού.
Από το βιβλίο του Ν. Καμπάνη, Πορτραίτα Φιλοσόφων και Μεταφυσικές Υποτυπώσεις, τόμ. II
Για το θάνατό της υπάρχουν πολλές θεωρίες για το ποιός ήταν υπεύθυνος και ποιά ήταν τα κίνητρα, αλλά τίποτα δεν είναι σίγουρο. Ο θάνατός της είναι ίσως και ο λόγος που η Υπατία έμεινε αθάνατη στο πέρασμα των αιώνων. Πολλοί ερευνητές, μάλιστα, χωρίζουν την εποχή του Παγανισμού από τον Χριστιανισμό σύμφωνα με την ημερομηνία του θανάτου της, το 415 μ.Χ., έναντι του 527 μ.Χ. που ο Ιουστινιανός έκλεισε την Αθηναϊκή Σχολή.
Η Υπατία δίδαξε την εθνική φιλοσοφία και επιστήμη σε χρόνους θρησκευτικών φανατισμών. Ο Χριστιανισμός με ορμή και με μένος πάλευε κατά των τελευταίων λειψάνων του Εθνισμού και κατά πληθώρας αιρέσεων και δογμάτων. Η Αλεξάνδρεια ήταν κατά τους χρόνους εκείνους ελεύθερος στίβος, όπου συγκρούονταν τα δόγματα, μαίνονταν οι αιρέσεις, οι θρησκευτικές διαμάχες, οι φιλοσοφικές έριδες και συζητήσεις. Οι σχέσεις της Υπατίας με τον εθνικό έπαρχο Αλεξανδρείας Ορέστη, με τον οποίο ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Κύριλλος βρίσκονταν σε εχθρική διάσταση, και η υπόνοια ότι αυτή επιδρούσε επί του Ορέστου σε διάφορες πράξεις και ενέργειες κατά του Κυρίλλου, η στενή και περιορισμένη αντίληψη του τελευταίου, φανατικού και αδιάλλακτου χριστιανού, η φήμη και η εθνική διδασκαλία της Υπατίας, παράλληλα δε και η κρατούσα αντίληψη του λαού κατά την εποχή εκείνη, ότι οι ασχολούμενοι με τα μαθηματικά ήταν γόητες και μάγοι , πάνω από όλα αυτά όμως ο εξημμένος φανατισμός των χριστιανών, συνετέλεσαν στο τραγικό τέλος το οποίο είχε η Υπατία το 415 μ.Χ.
Ο αναγνώστης Πέτρος, με πολύ όχλο από φανατισμένους χριστιανούς που τον ακολουθούσαν, αποκαλώντας την ειδωλολατρική μάγισσα και ιέρεια, έστησαν ενέδρα περιμένοντας να επιστρέψει στην οικίας της, την κατέβασαν από το άρμα της, την έσυραν στους δρόμους, την ξεγύμνωσαν, την κατέκοψαν με κοφτερά όστρακα και μετέφεραν τα διαμελισμένα και αιμόφυρτα μέλη της σε μια τοποθεσία, τον Κυναριώνα, και εκεί τα παρέδωσαν στο πυρ . Ήταν μια πρακτική που ακολουθούσε ο όχλος της περιοχής και σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση του Πατριάρχη Προτέριου.
Περί των κινήτρων της δολοφονίας της, αλλά και περί της αναμείξεως και της ευθύνης του Κυρίλλου, έχουν εκφρασθεί ποικίλες απόψεις. Αν και η κυρίαρχη άποψη είναι ότι ο Κύριλλος έδωσε τη διαταγή για τη θανάτωσή της, δεν υπάρχουν αποδείξεις για κάτι τέτοιο, ακόμη και ότι γνώριζε την πρόθεση του όχλου. Το αν ο Κύριλλος διέταξε ο ίδιος το φόνο, παραμένει ανοικτό ερώτημα. Πάντως, θεωρείται βέβαιο ότι δημιούργησε το πολιτικό κλίμα που επέτρεψε μια τέτοια θηριωδία. Ο Κύριλλος αργότερα ονομάσθηκε άγιος.
Οι νεότεροι ιστορικοί διαφωνούν, όλοι όμως οι αρχαίοι τον θεωρούν συμμέτοχο και ηθικό αυτουργό του εγκλήματος, το οποίο ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος άφησε ατιμώρητο. Και το χειρότερο απ’ όλα, οι λόγοι του απερίγραπτου τρόπου με τον οποίο τελεύτησε το βίο της η φιλόσοφος Υπατία ήταν καθαρά προσωπικοί. Ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Κύριλλος φθονούσε όχι τόσο τις φιλοσοφικές της ιδέες, όσο τη φήμη της, η οποία επικάλυπτε τη δική του προσωπικότητα. Σύμφωνα με το Σωκράτη το Σχολαστικό, «ο φόνος ούτος προσήψεν ου μικρόν μώμον εις τον Κύριλλον», δίχως όμως να προχωρά σε περισσότερες λεπτομέρειες.
Τελικά, η διατυπωθείσα εκδοχή της δολοφονίας της Υπατίας, σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό, τελέσθηκε από μερίδα πλήθους χριστιανών, οι οποίοι πίστευαν ότι ήταν υπαίτια για τη μη συμφιλίωση του έπαρχου Ορέστη και του Επισκόπου Αλεξανδρείας Κυρίλλου. Γράφει περί αυτού ο Σωκράτης ο Σχολαστικός: «πάντες γαρ δι ὑπερβάλλουσαν σωφροσύνην πλέον αυτήν ηδούντο και κατεπλήττοντο. Κατά δη ταύτης τότε ο φθόνος ωπλίσατο επεί γαρ συνετύγχανε συχνότερον τω Ορέστη, διαβολήν τουτ ἐκίνησε κατ αὐτῆς παρά τω της εκκλησίας λαώ, ως άρα είη αύτη η μη συγχωρούσα τον Ορέστην εις φιλίαν τω επισκόπω συμβήναι».
Έτσι, χάθηκε το 415 μ.Χ. η μεγαλύτερη γυναίκα μύστης του αρχαίου κόσμου, και μαζί της έπεσε και η νεοπλατωνική Σχολή της Αλεξάνδρειας. Η Υπατία είναι μοναδικό παράδειγμα γυναίκας φιλοσόφου στην ιστορία του πνεύματος και της γυναικείας κινήσεως, η οποία παρέμεινε ως η μόνη τέτοια γυναίκα, τουλάχιστον για δεκαπέντε αιώνες. Πρώτη αυτή κατανόησε την αυστηρή και θετική διανόηση, και εμφανίσθηκε δημόσια ως διδάσκαλος.
Χωρίς εξαίρεση, οι ελάχιστες ιστορικές αναφορές σ’ αυτή την παρθένο φιλόσοφο, βεβαιώνουν την αρετή της, την ακεραιότητά της και την απόλυτη αφοσίωσή της στα ιδεώδη της αλήθειας και του δικαίου. Η Αλεξάνδρεια του 4ου αιώνα μ.Χ. ήταν ο χώρος μιας μικρής επιστημονικής αναγεννήσεως, και αυτή φωτίσθηκε από την πιο διάσημη ανάμεσα στις γυναίκες επιστήμονες και φιλοσόφους. Ακόμα και σήμερα, είναι η μόνη γυναίκα που αναφέρεται στην ιστορία των μαθηματικών και της αστρονομίας. Αυτή η ευγενής γυναίκα ξεχωρίζει στις σελίδες της ιστορίας σαν η μεγαλύτερη από τους μάρτυρες παγανιστές.
Από το βιβλίο του Ν. Καμπάνη, Πορτραίτα Φιλοσόφων και Μεταφυσικές Υποτυπώσεις, τόμ. II
Από τους πολυπληθείς μαθητές της γνωστοί είναι σε μας ο Τρωΐλος ο σοφιστής, ο Ιεροκλής, ο Ορέστης, έπαρχος της Αλεξανδρείας και ο Συνέσιος ο Πτολεμαΐδος, ο οποίος, στις επιστολές του προς τη φιλόσοφο, εκφράζεται με εξαιρετική τρυφερότητα και μεγάλη οικειότητα και αγάπη προς τη διδάσκαλο.
Προκαλεί, εξ’ άλλου, βαθιά εντύπωση ο προσκυνηματικός τόνος των επιστολών του Συνεσίου και η προσφώνηση προς την Υπατία ως «δεσποίνης σεβασμίας». Ιδιαίτερα, ωστόσο, αποκαλυπτική είναι η 136η επιστολή του Συνεσίου προς τον αδελφό του, στην οποία υπογραμμίζει τους γλυκούς καρπούς από τη φιλοσοφική διδασκαλία της Υπατίας και την ακμή στην οποία αναβίβασε τη σχολή της Αλεξάνδρειας που διηύθυνε η φιλόσοφος. Στην εν λόγω επιστολή του προχωρεί σε μια σύγκριση ανάμεσα στον πνευματικό πλούτο της αλεξανδρινής σχολής και στην πενία της φιλοσοφικής διδασκαλίας της αθηναϊκής σχολής. Ο Συνέσιος, και μετά την προσχώρησή του στο Χριστιανισμό, διατήρησε τις σχέσεις και την αλληλογραφία με την Υπατία.
Αν και τα γραπτά της καταστράφηκαν στην πυρκαγιά της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, μπορούμε να σχηματίσουμε μια εικόνα του περιεχομένου τους από τα σχόλια συγχρόνων της συγγραφέων. Τα περισσότερα από τα γραπτά της Υπατίας ξεκίνησαν σαν σημειώσεις για τους μαθητές της. Κανένα δεν έχει δια-σωθεί ολοκληρωμένο, αν και είναι πιθανόν τμήματα του έργου της να έχουν ενσωματωθεί στις εκτενείς πραγματείες του Θέωνα. Μερικές πληροφορίες για τα επιτεύγματά της προέρχονται από διασωθέντα γράμματα του μαθητού και φίλου της Συνεσίου του Κυρηναίου, που αργότερα έγινε ο πλούσιος και ισχυρός Επίσκοπος της Πτολεμαΐδας, και στα οποία αναγνωρίζει τη μοναδική υπεροχή του νου της.
Έτσι, μόνον τίτλους μερικών από τα έργα της γνωρίζουμε. Αναφέρεται ότι συνέγραψε το Υπόμνημα εις Διόφαντον, ο οποίος υπήρξε περίφημος προγενέστερός της μαθηματικός, που ενδεχομένως να αποτελεί το σημαντικότερο έργο της Υπατίας στην άλγεβρα, και στο οποίο παραθέτει σχόλια στην Αριθμητική του Διοφάντου σε 13 βιβλία. Ο Διόφαντος έζησε και εργάσθηκε στην Αλεξάνδρεια τον τρίτο αιώνα και έχει ονομασθεί «πατέρας της άλγεβρας». Ανέπτυξε τις απροσδιόριστες (η διοφαντικές) εξισώσεις, δηλαδή εξισώσεις με πολλαπλές λύσεις. Εργάσθηκε επίσης με δευτεροβάθμιες εξισώσεις. Τα σχόλια της Υπατίας περιελάμβαναν εναλλακτικές λύσεις και πολλά νέα προβλήματα που προέκυπταν σαν συνέπεια στα χειρόγραφα του Διοφάντου.
Η Υπατία έγραψε επίσης μια διατριβή Περί των Κωνικών του Απολλωνίου σε οκτώ βιβλία. Ο Απολλώνιος ο Πέργας, ήταν ένας Αλεξανδρινός γεωμέτρης και μαθηματικός του 3ου π.Χ. αιώνα, που προσπάθησε να εξηγήσει τις ασυνήθιστες τροχιές των πλανητών. Το κείμενο της Υπατίας ήταν μια εκλαΐκευση της εργασίας του. Όπως οι Έλληνες πρόγονοί της, η Υπατία γοητευόταν από τις κωνικές τομές (τα γεωμετρικά σχήματα που σχηματίζονται όταν ένα επίπεδο τέμνει ένα κώνο). Μετά το θάνατό της, οι κωνικές τομές αγνοήθηκαν μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα, όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι πολλά φυσικά φαινόμενα, όπως οι τροχιές των πλανητών, περιγράφονταν με τον καλύτερο τρόπο με τις καμπύλες που προκύπτουν από κωνικές τομές.
Ο Θέων, ο πατέρας της Υπατίας, αναθεώρησε και εξέλιξε τα Στοιχεία της Γεωμετρίας του Ευκλείδη, και είναι η δική του έκδοση που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα. Πιθανότατα η Υπατία εργάσθηκε μαζί του σ' αυτή την αναθεώρηση. Αργότερα, έγραψε μαζί του τουλάχιστον μια διατριβή για τον Ευκλείδη. Η Υπατία, έγραψε επίσης τουλάχιστον ένα βιβλίο από την εργασία του Θέωνα για τον Πτολεμαίο. Ο Πτολεμαίος είχε συστηματοποιήσει όλη τη σύγχρονη μαθηματική και αστρονομική γνώση σε ένα έργο 13 βιβλίων, το οποίο μετριόφρονα ονόμασε Μαθηματική Πραγματεία. Άραβες Σχολαστικιστές το μετονόμασαν σε Almagest (Μέγα Βιβλίο). Το σύστημα του Πτολεμαίου παρέμεινε το κυρίαρχο αστρονομικό έργο μέχρι τον Κοπέρνικο, το 16ο αιώνα. Κυρίως όμως η Υπατία ασχολήθηκε με τη γεωμετρία, γι’ αυτό και ο Δαμάσκιος την αποκαλεί «Γεωμετρική». Οι πίνακες της Υπατίας για τις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων, που συμπεριλαμβάνονται στο ξεχωριστό έργο της Αστρονομικός Κανών, ίσως ήταν μέρος των σχολίων του Θέωνα στον Πτολεμαίο.
Η Υπατία υπήρξε η πρώτη διαπρεπής φιλόσοφος και μαθηματικός, η οποία απέσυρε αρχαίους φραγμούς αναφορικά με τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία και τη συνδρομή της στις επιστήμες και μάλιστα στη φιλοσοφία. Στο πρόσωπο της Υπατίας μπορούμε να διακρίνουμε μια αυθεντική φιλόσοφο, έναν ακόμη «πατέρα» της εκκλησίας και μια μάρτυρα της γνώσεως.
Comments
Nickos
Sat, 31/10/2015 - 16:34
Permalink
Υπατία
Click για περισσότερα
Η ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ,
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΓΕΩΜΕΤΡΗΣ
Από το βιβλίο του Ν. Καμπάνη, Πορτραίτα Φιλοσόφων και Μεταφυσικές Υποτυπώσεις, τόμ. II
Μαθηματική, φιλόσοφος και γεωμέτρης, η οποία ήκμασε κατά το δεύτερο ήμισυ του Δ μ.X. αιώνα και στις αρχές του επομένου. Ήταν θυγατέρα του ονομαστού μαθηματικού και αστρονόμου Θέωνα. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια, άγνωστο πότε ακριβώς, εικάζεται περί το 370 μ.Χ., και σπούδασε δίπλα στον πατέρα της και στις σχολές της γενέτειράς της, ενώ μετέπειτα μετέβη στην Αθήνα και φοίτησε στη νεοπλατωνική σχολή του Πρόκλου και του Ιεροκλέους. Φαίνεται όμως ότι η Υπατία, όταν ήλθε στην Αθήνα, είχε ήδη εντρυφήσει στη νεοπλατωνική φιλοσοφία, την οποία διδάχθηκε στην Αλεξάνδρεια στη σχολή του Αμμωνίου Σακκά και αργότερα τη σπούδασε συστηματικά και ιδιαιτέρως, αφού η οικία της στην Αθήνα, κατά τον Σουΐδα, έγινε εντευκτήριο θαυμαστών, μαθητών και φιλοσοφούντων. Είναι άγνωστο πόσο διέμεινε στην Αθήνα, παν-τως μετά την επάνοδό της στην Αλεξάνδρεια εμφανίζεται ως διδάσκαλος και αρχηγός σχολής φιλοσοφικών και μαθηματικών σπουδών, και αποτέλεσε πόλο έλξεως για τους διανοούμενους της εποχής.
Η Υπατία υπήρξε από τις πιο εξιδανικευμένες μορφές της επιστήμης. Εξυμνείται από τους ιστορικούς για το εξαίρετο κάλλος της, την ανδρική της παρρησία, το θάρρος και το πνεύμα της, τη σύνεση και τη σοφία της. Κατά τον Συνέσιο, είχε «επαγωγόν διδασκαλικόν» και «εντρεχής και διαλεκτική εν τοις λόγοις περιβαλλόμενη τον φιλοσοφικόν τρίβωνα η γυνή, δια μέσου του άστεως ποιουμένη τας προόδους, εξηγείτο δημοσία τοις ακροάσθαι βουλομένοις η τον Πλάτωνα η τον Αριστοτέλην η τα άλλου ότου δη των φιλοσόφων» . Ο Σουΐδας, μάλιστα, αναφέρει ότι ήταν επίσημα διορισμένη να ερμηνεύει το δόγμα του Πλάτωνος, του Αριστοτέλους και άλλων. Πολλοί μαθητές συνέρρεαν στην Αλεξάνδρεια αποκλειστικά για να παρακολουθήσουν τις διαλέξεις της για τα μαθηματικά, την αστρονομία, τη φιλοσοφία και τη μηχανική. Η οικία της, όπως και στην Αθήνα, έγινε κέντρο διανοούμενων και συγκέντρωνε σχολαστικιστές που συζητούσαν επιστημονικά και φιλοσοφικά ζητήματα.
Στην Αλεξάνδρεια δίδαξε κυρίως νεοπλατωνική φιλοσοφία, αλλά ιδιαίτερα επιτυχής ήταν η ενασχόλησή της με τα κείμενα του Αριστοτέλους, η δε διδασκαλία της στα μαθηματικά και την αστρονομία στηρίχτηκε στις αντίστοιχες αντιλήψεις του μεγάλου Σταγειρίτη. Η συμβολή της στην ανάπτυξη των μαθηματικών, της αστρονομίας και ειδικότερα της γεωμετρίας, επιστήμες που τις δίδαξε συστηματικά, υπήρξε αναντίλεκτη, σε βαθμό που οι σύγχρονοί της, αλλά και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς, να την ονομάζουν «Γεωμετρική». Ο Σωκράτης ο Σχολαστικός, γράφει περί αυτής: «Ην τις γυνή εν τη Αλεξανδρεία, τούνομα Υπατία• αύτη Θέωνος μεν του φιλοσόφου θυγάτηρ ην• επί τοσούτον δε προύβη παιδείας, ως υπερακοντίσαι τους κατ’ αυτήν φιλοσόφους, την δε Πλατωνικήν από Πλωτίνου καταγομένην διατριβήν διαδέξασθαι, και πάντα τα φιλόσοφα μαθήματα τοις βουλομένοις εκτίθεσθαι• διο και οι πανταχόθεν φιλοσοφείν βουλόμενοι κατέτρεχον παρ’ αυτήν» .
Ευειδεστάτη και πολυμαθής, προσείλκυε πολλούς θαυμαστές και αφοσιωμένους μαθητές, η δε φήμη της ήταν μεγάλη. Με επιχειρήματα και δημόσια αναγνώριση και σεβασμό, η Υπατία επεσκίαζε κάθε αντίπαλο των χριστιανικών δογμάτων της Αιγύπτου. Ήταν φημισμένη για το βάθος της γνώσεώς της και τη γοητεία της προσωπικότητάς της, και αγαπημένη των πολιτών της Αλεξάνδρειας. Συχνά την καλούσαν ως σύμβουλο οι άρχοντες της πόλεως.
Η Υπατία είναι σημαντική για το ρητορικό κανόνα, γιατί απέδειξε ότι και οι γυναίκες συμμετείχαν στις κοινωνικές και πνευματικές δραστηριότητες του αρχαίου κόσμου. Η δημόσια διδασκαλία της για τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, υποδείκνυε τη βαθιά της γνώση στη φιλοσοφία και στη ρητορική. Η φιλοσοφία που ανέπτυξε η Υπατία είναι γνωστή ως νεοπλατωνική. Αν και υπήρχαν διάφορες εκδοχές του νεοπλατωνισμού, λέγεται ότι η Υπατία κήρυξε ένα δικό της, αλλά κάπως διαφορετικό, φιλοσοφικό σύστημα.
Οι επιστολές και τα ποιήματα που διασώθηκαν για τη δράση της, παρέχουν συμπεράσματα για τη νεοπλατωνική φιλοσοφία της Υπατίας, αλλά δεν παρέχουν όμως σημαντικές πληροφορίες για το καθόλου έργο της. Επιπλέον, ενώ τα γραπτά των φιλοσόφων διαδόχων της έρχονται να ρίξουν φως σχετικά με τις συνεισφορές της στο νεοπλατωνισμό, δεν υπάρχουν δικά της σωζόμενα μαθηματικά έργα. Αποδείξεις για τη ζωή και το έργο της Υπατίας μπορούν να βρεθούν μόνο σε διάφορα ιστορικά κείμενα, όπως για παράδειγμα στα έργα του Σωκράτη του Σχολαστικού, και σε επιστολές, κυρίως του Συνεσίου από την Κυρήνη ο οποίος έγινε επίσκοπος Πτολεμαΐδας το 411 μ.Χ., και φαίνεται να ευρίσκονταν σε πνευματική σχέση με την Υπατία, ανάλογη περίπου με εκείνη μεταξύ του Σωκράτους και του Πλάτωνος.
Ο Συνέσιος, σε επιστολή του προς τον αδελφό του Ευόπτιο, υπογραμμίζει τρία βασικά σημεία στα οποία αντικατοπτρίζεται με σαφήνεια και καθαρότητα η βασική φιλοσοφική γραμμή της Υπατίας: α) Ανάσταση της ψυχής προ του σώματος και άνευ σώματος. β) Διαρκής αναδημιουργία του κόσμου. γ) Άρνηση της εγέρσεως της σαρκός υπό τη χοϊκή-επίγεια μορφή της. Επομένως, το να εκθέσει κανείς με ακρίβεια τις αντιλήψεις της κοσμοθεωρίας της Υπατίας είναι αρκετά δύσκολο, λόγω της καταφανούς αδυναμίας να παρακολουθήσουμε την εξελικτική πορεία των φιλοσοφικών της ιδεών. Παρ’ όλες αυτές τις αδυναμίες, ακολουθώντας τις αρχές της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας γενικότερα και ειδικότερα των διδασκάλων της Υπατίας, αλλά και τη σχολαστική έρευνα των συγγραμμάτων η των απόψεων των μαθητών της, μπορούμε να έχουμε μια σκιαγράφηση των φιλοσοφικών της πεποιθήσεων.
Η νεοπλατωνική φιλοσοφία θεωρεί ότι μόνο το πνεύμα είναι αθάνατο. Οι θεμελιώδεις γνωσιολογικές, οντολογικές, και μεταφυσικές ιδέες της Υπατίας, κινούνται επάνω στις βασικές γραμμές της φιλοσοφίας του Πλωτίνου. Η γνωσιολογία της Υπατίας είναι ένα κράμα επιρροής της προηγούμενης φιλοσοφικής θεάσεως των ιδεών, αλλά και των χριστιανικών αντιλήψεων μαζί. Ο ανθρώπινος λόγος είναι εικόνα του θείου λόγου, ενώ οι γνώσεις μας πηγάζουν από τη λογική με την οποία συλλαμβάνουμε και ερμηνεύουμε τον κόσμο, και με την οποία οικοδομούμε τις επιστήμες.
Η φιλόσοφος Υπατία αποκρούει την παντοδυναμία της αν-θρώπινης λογικής και της ανθρώπινης γνώσεως, και θεωρεί ότι όλα τελούν κάτω από ένα σχέδιο της πρόνοιας του Δημιουργού. Χωρίς, ωστόσο, την παρουσία του λόγου θα ήταν αδύνατη η γνώση του κόσμου και ο προσανατολισμός μέσα σ’ αυτόν. Θεωρεί ύβρη και αμαρτία την πεποίθηση ότι οι γνωστικές μας δυνατότητες είναι απεριόριστες και επομένως η γνώση είναι ατέρμονη. Η Υπατία πιστεύει ότι ο εσωτερικός άνθρωπος έχει προτεραιότητα, και ότι η ψυχή με τη λογική της, και ευρύτερα με τη συνείδησή της, μορφώνει, σχηματοποιεί και σμιλεύει τον κόσμο. Ο λόγος έχει και τις υπηρετικές του δυνάμεις, ενώ όλα τελούν υπό τη σκέπη του. Ακόμη και όταν νομίζουμε ότι ενεργούμε κατά το θυμοειδές η κατά το επιθυμητικό, δεν απουσιάζει και τότε η κατευθύνουσα δύναμη του λόγου. Η υπερβολική πίστη όμως του ανθρώπου στο λόγο, τον οδηγεί σε κατάχρηση της ελευθερίας της βουλήσεώς του και της ελευθερίας του στο σύνολό της.
Η Υπατία ακολουθεί πολλές φορές πιστότερα τον Πλάτωνα παρά τον Πλωτίνο. Κατά τον Πλάτωνα, ο κόσμος των ιδεών είναι ο αληθινός κόσμος, ενώ ο υλικός είναι απείκασμα του νοητού. Κάθε τι που απομακρύνεται από το νοητό, άγεται προς την ύλη. Τα όντα και ο κόσμος σύγκεινται και διαποτίζονται από αυτή τη θεία ουσία, αφού ο Θεός είναι αιώνιος και ο δημιουργός του κόσμου. Ως δημιούργημα του Θεού, λοιπόν, ο υλικός κόσμος είναι καλός. Πολλές φορές όμως η λανθασμένη βούληση του ανθρώπου, τον οδηγεί σε υπερεκτίμηση του υλικού στοιχείου και τον κάμνει να προσκολλάται στις ηδονές του.
Έτσι προκαλείται η πτωτική πορεία από το φως προς το σκότος. Η ύλη στη φιλοσοφία της Υπατίας έχει περισσότερο ηθική έννοια και ολιγότερο οντολογική σημασία. Το ερώτημα πως εξελίσσεται ο κόσμος, μηχανοκρατικά η τελολογικά, δεν την απασχολεί βαθύτερα, διότι πιστεύει ότι ο Θεός ως τέλειο και υπέρτατο ον, κυβερνά, συντηρεί και προνοεί για τον κόσμο. Υπάρχει ένα ειλημμένο σχέδιο μέσα στο νου του Θεού. Πέρα από τις απαντήσεις που δίνει η Υπατία στο οντολογικό και κοσμολογικό ερώτημα του μεταφυσικού προβλήματος, ασχολείται και με το ψυχολογικό και ανθρωπολογικό ερώτημα, αφού δεν υπάρχει κανείς χώρος για το θεολογικό ερώτημα, δεδομένου ότι πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού και ο λόγος της είναι ένθεος. Ο άνθρωπος αποτελείται από δύο στοιχεία, την ψυχή και το σώμα, αυστηρά ιεραρχημένα κατά τον τρόπο της αντιστοιχίας πνεύματος-ύλης. Το πνεύμα φέρεται επί της ύλης και την κατευθύνει, η ψυχή κυβερνά το σώμα, και την ψυχή την κυβερνά ο λόγος. Το πολυτιμότερο μέσα στη ζωή και στην πράξη του ανθρώπου είναι η πίστη και όχι η γνώση. Η Υπατία δεν περιφρονεί τη γνώση, αφού άλλωστε η πίστη και η γνώση είναι αποκάλυψη του θείου λόγου και επειδή κατάγονται και οι δύο από το Θεό καμμία αντίθεση δεν υφίσταται μεταξύ τους.
Η Υπατία θεωρεί τις θρησκευτικές αξίες ως το θεμέλιο όλων των άλλων αξιών, και σ’ αυτές υποτάσσει τις αισθητικές και ηθικές αρχές και αξίες. Το πρώτο κριτήριο της αλήθειας του ανθρώπου και του κόσμου είναι η πίστη στην αποκάλυψη, το δεύτερο κριτήριο είναι η αυθεντία της εκκλησίας, και το τρίτο η επίγνωση του ανθρώπου ότι οι εσωτερικές του εμπειρίες οδηγούν σε όσο το δυνατό βέβαιες απόψεις και αντιλήψεις. Επηρεασμένη από τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα, η Υπατία ισχυρίζεται ότι μια ανθρώπινη πράξη είναι ορθή μόνο όταν στηρίζεται στην αυθεντική και γνήσια γνώση. Η αμαρτία, η αστοχία και το ολίσθημα, είναι το αποτέλεσμα ελλιπούς γνώσεως, κακής εκτιμήσεως η συγκινησιακής επήρειας. Η Υπατία έχει μια βαθιά εσωτερική σχέση προς την ιδεατή πραγματικότητα, όπως την ανέπτυξε ο Πλάτων. Το κάλλος για τη φιλόσοφο ήταν ένας κανόνας ζωής, η άγνοια είναι η ασχήμια, η ωραιότητα είναι κάτι παραπάνω από την απλή συμμετρία.
Άρα, πρόκειται για μια υψηλότερη και ανώτερη απεικόνιση των ιδεών του Πλάτωνος από όσο είναι οι παραστάσεις των αισθητηριακών αντιλήψεων. Το φυσικό κάλλος είναι κατώτερο από το ψυχικό και το ψυχικό κατώτερο από το πνευματικό. Η ύψιστη ομορφιά, επομένως, ταυτίζεται με την ύψιστη πραγματικότητα. Η Υπατία διακρίνει και εκείνη κατά τον τρόπο του Πλωτίνου τις αρετές. Την πρώτη βαθμίδα κατέχουν οι πολιτικές αρετές, οι αρετές δηλαδή της πρακτικής σοφίας, το θάρρος, η μετριοφροσύνη και η δικαιοσύνη. Τη δεύτερη βαθμίδα την συνιστούν οι λεγόμενες καθαρτικές αρετές της σάρκας, ενώ την τρίτη και ύψιστη βαθμίδα την συγκροτούν οι ανώτερες αρετές, εκείνες, δηλαδή, που μας ανάγουν προς το θείο και μας βοηθούν να αποσχισθούμε από την ύλη και εν συνεχεία να καταφύγουμε στο Θεό, από τον οποίο ο ίδιος ο άνθρωπος απέκοψε τον εαυτό του και απώλεσε την ευδαιμονία του.
Οι ανώτερες αρετές, η πίστη, η αγάπη και η ελπίδα, αντιπροσωπεύουν, και συγχρόνως εμπραγματώνουν, τους ύψιστους και έσχατους σκοπούς της ανθρώπινης ζωής. Η άμεση επαφή με το αγαθό διασφαλίζει την εσωτερική ευτυχία και δίνει ουσιαστικό νόημα στη ζωή. Οι γνωσιολογικές, οντολογικές, μεταφυσικές και αξιολογικές απόψεις της Υπατίας, δεν έλαβαν πολλές φορές ακριβώς υπ’ όψιν τα δόγματα της χριστιανικής θρησκείας. Το φιλοσοφικό της ενδιαφέρον γύρω από τα διαχρονικά προβλήματα της ύλης, της ιδέας, της ζωής, της ουσίας της υπάρξεως και του όντος, υπερέβαινε τους στενούς ορίζοντες ενός αδυσώπητου κάποτε θεολογικού προβληματισμού. Ο μεγάλος θαυμασμός όμως της Υπατίας προς το παραδεδομένο φιλοσοφικό αγαθό, η λατρεία της προς την προηγούμενη φιλοσοφική παράδοση, και γενικότερα προς την ελληνική γραμματεία, έδωσαν λαβή σε επικίνδυνες παρερμηνείες.
Εκτός όμως από τις φιλοσοφικές αντιλήψεις της Υπατίας, μεγάλη ήταν η επίδοσή της στα μαθηματικά, τη γεωμετρία και την αστρονομία. Τελειοποίησε τους κώνους του Απολλωνίου, οι οποίοι θεωρούνται από τα πιο δύσκολα έργα της αρχαιότητας, και ήταν αυτοί που έθεσαν τα θεμέλια για πολλά από αυτά που στο μέλλον έγιναν γνωστά ως προβολική γεωμετρία. Τα αλγεβρικά έργα του Διοφάντου, στα οποία η Υπατία έγραψε σχόλια, ήταν πολύ πιο εξελιγμένα από τα προηγούμενα. Σε κάθε περίπτωση οι μαθηματικοί της Αλεξάνδρειας του Δ και Ε' αιώνα ανέπτυξαν τα μαθηματικά που θα χρησιμοποιούνταν για τη λύση ανωτέρας τάξεως συστημάτων εξισώσεων. Τα σημερινά μαθηματικά οφείλουν στην Υπατία ένα μεγάλο χρέος, διότι χωρίς εκείνη θα είχαμε πολύ λιγότερα από τα έργα του Διοφάντου.
Πλην των θεωρητικών, η Υπατία διέτριψε και σε τεχνικά και μηχανικά ζητήματα. Αναφέρεται, μάλιστα, ότι με τη συμβολή και την καθοδήγησή της ο μαθητής της Συνέσιος κατασκεύασε τον αστρολάβο, ένα αστρονομικό όργανο που χρησιμοποιείτο για τη μέτρηση των θέσεων των άστρων, των πλανητών και του Ηλίου, καθώς και για τον υπολογισμό της ώρας και του ανατέλλοντος ζωδιακού σημείου. Εφηύρε επίσης αρκετά εργαλεία, όπως μια συσκευή για τη διύλιση του νερού, ένα όργανο για τη μέτρηση της στάθμης του νερού και ένα διαβαθμισμένο υδρόμετρο από μπρούντζο για τη μέτρηση της ειδικής βαρύτητας (πυκνότητας) ενός υγρού.
Nickos
Sat, 31/10/2015 - 16:37
Permalink
Ο θάνατος της Υπατίας
Click για περισσότερα
Από το βιβλίο του Ν. Καμπάνη, Πορτραίτα Φιλοσόφων και Μεταφυσικές Υποτυπώσεις, τόμ. II
Για το θάνατό της υπάρχουν πολλές θεωρίες για το ποιός ήταν υπεύθυνος και ποιά ήταν τα κίνητρα, αλλά τίποτα δεν είναι σίγουρο. Ο θάνατός της είναι ίσως και ο λόγος που η Υπατία έμεινε αθάνατη στο πέρασμα των αιώνων. Πολλοί ερευνητές, μάλιστα, χωρίζουν την εποχή του Παγανισμού από τον Χριστιανισμό σύμφωνα με την ημερομηνία του θανάτου της, το 415 μ.Χ., έναντι του 527 μ.Χ. που ο Ιουστινιανός έκλεισε την Αθηναϊκή Σχολή.
Η Υπατία δίδαξε την εθνική φιλοσοφία και επιστήμη σε χρόνους θρησκευτικών φανατισμών. Ο Χριστιανισμός με ορμή και με μένος πάλευε κατά των τελευταίων λειψάνων του Εθνισμού και κατά πληθώρας αιρέσεων και δογμάτων. Η Αλεξάνδρεια ήταν κατά τους χρόνους εκείνους ελεύθερος στίβος, όπου συγκρούονταν τα δόγματα, μαίνονταν οι αιρέσεις, οι θρησκευτικές διαμάχες, οι φιλοσοφικές έριδες και συζητήσεις. Οι σχέσεις της Υπατίας με τον εθνικό έπαρχο Αλεξανδρείας Ορέστη, με τον οποίο ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Κύριλλος βρίσκονταν σε εχθρική διάσταση, και η υπόνοια ότι αυτή επιδρούσε επί του Ορέστου σε διάφορες πράξεις και ενέργειες κατά του Κυρίλλου, η στενή και περιορισμένη αντίληψη του τελευταίου, φανατικού και αδιάλλακτου χριστιανού, η φήμη και η εθνική διδασκαλία της Υπατίας, παράλληλα δε και η κρατούσα αντίληψη του λαού κατά την εποχή εκείνη, ότι οι ασχολούμενοι με τα μαθηματικά ήταν γόητες και μάγοι , πάνω από όλα αυτά όμως ο εξημμένος φανατισμός των χριστιανών, συνετέλεσαν στο τραγικό τέλος το οποίο είχε η Υπατία το 415 μ.Χ.
Ο αναγνώστης Πέτρος, με πολύ όχλο από φανατισμένους χριστιανούς που τον ακολουθούσαν, αποκαλώντας την ειδωλολατρική μάγισσα και ιέρεια, έστησαν ενέδρα περιμένοντας να επιστρέψει στην οικίας της, την κατέβασαν από το άρμα της, την έσυραν στους δρόμους, την ξεγύμνωσαν, την κατέκοψαν με κοφτερά όστρακα και μετέφεραν τα διαμελισμένα και αιμόφυρτα μέλη της σε μια τοποθεσία, τον Κυναριώνα, και εκεί τα παρέδωσαν στο πυρ . Ήταν μια πρακτική που ακολουθούσε ο όχλος της περιοχής και σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση του Πατριάρχη Προτέριου.
Περί των κινήτρων της δολοφονίας της, αλλά και περί της αναμείξεως και της ευθύνης του Κυρίλλου, έχουν εκφρασθεί ποικίλες απόψεις. Αν και η κυρίαρχη άποψη είναι ότι ο Κύριλλος έδωσε τη διαταγή για τη θανάτωσή της, δεν υπάρχουν αποδείξεις για κάτι τέτοιο, ακόμη και ότι γνώριζε την πρόθεση του όχλου. Το αν ο Κύριλλος διέταξε ο ίδιος το φόνο, παραμένει ανοικτό ερώτημα. Πάντως, θεωρείται βέβαιο ότι δημιούργησε το πολιτικό κλίμα που επέτρεψε μια τέτοια θηριωδία. Ο Κύριλλος αργότερα ονομάσθηκε άγιος.
Οι νεότεροι ιστορικοί διαφωνούν, όλοι όμως οι αρχαίοι τον θεωρούν συμμέτοχο και ηθικό αυτουργό του εγκλήματος, το οποίο ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος άφησε ατιμώρητο. Και το χειρότερο απ’ όλα, οι λόγοι του απερίγραπτου τρόπου με τον οποίο τελεύτησε το βίο της η φιλόσοφος Υπατία ήταν καθαρά προσωπικοί. Ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Κύριλλος φθονούσε όχι τόσο τις φιλοσοφικές της ιδέες, όσο τη φήμη της, η οποία επικάλυπτε τη δική του προσωπικότητα. Σύμφωνα με το Σωκράτη το Σχολαστικό, «ο φόνος ούτος προσήψεν ου μικρόν μώμον εις τον Κύριλλον», δίχως όμως να προχωρά σε περισσότερες λεπτομέρειες.
Τελικά, η διατυπωθείσα εκδοχή της δολοφονίας της Υπατίας, σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό, τελέσθηκε από μερίδα πλήθους χριστιανών, οι οποίοι πίστευαν ότι ήταν υπαίτια για τη μη συμφιλίωση του έπαρχου Ορέστη και του Επισκόπου Αλεξανδρείας Κυρίλλου. Γράφει περί αυτού ο Σωκράτης ο Σχολαστικός: «πάντες γαρ δι ὑπερβάλλουσαν σωφροσύνην πλέον αυτήν ηδούντο και κατεπλήττοντο. Κατά δη ταύτης τότε ο φθόνος ωπλίσατο επεί γαρ συνετύγχανε συχνότερον τω Ορέστη, διαβολήν τουτ ἐκίνησε κατ αὐτῆς παρά τω της εκκλησίας λαώ, ως άρα είη αύτη η μη συγχωρούσα τον Ορέστην εις φιλίαν τω επισκόπω συμβήναι».
Έτσι, χάθηκε το 415 μ.Χ. η μεγαλύτερη γυναίκα μύστης του αρχαίου κόσμου, και μαζί της έπεσε και η νεοπλατωνική Σχολή της Αλεξάνδρειας. Η Υπατία είναι μοναδικό παράδειγμα γυναίκας φιλοσόφου στην ιστορία του πνεύματος και της γυναικείας κινήσεως, η οποία παρέμεινε ως η μόνη τέτοια γυναίκα, τουλάχιστον για δεκαπέντε αιώνες. Πρώτη αυτή κατανόησε την αυστηρή και θετική διανόηση, και εμφανίσθηκε δημόσια ως διδάσκαλος.
Χωρίς εξαίρεση, οι ελάχιστες ιστορικές αναφορές σ’ αυτή την παρθένο φιλόσοφο, βεβαιώνουν την αρετή της, την ακεραιότητά της και την απόλυτη αφοσίωσή της στα ιδεώδη της αλήθειας και του δικαίου. Η Αλεξάνδρεια του 4ου αιώνα μ.Χ. ήταν ο χώρος μιας μικρής επιστημονικής αναγεννήσεως, και αυτή φωτίσθηκε από την πιο διάσημη ανάμεσα στις γυναίκες επιστήμονες και φιλοσόφους. Ακόμα και σήμερα, είναι η μόνη γυναίκα που αναφέρεται στην ιστορία των μαθηματικών και της αστρονομίας. Αυτή η ευγενής γυναίκα ξεχωρίζει στις σελίδες της ιστορίας σαν η μεγαλύτερη από τους μάρτυρες παγανιστές.
Nickos
Sat, 31/10/2015 - 16:44
Permalink
Τα έργα της Υπατίας
Click για περισσότερα
Από το βιβλίο του Ν. Καμπάνη, Πορτραίτα Φιλοσόφων και Μεταφυσικές Υποτυπώσεις, τόμ. II
Από τους πολυπληθείς μαθητές της γνωστοί είναι σε μας ο Τρωΐλος ο σοφιστής, ο Ιεροκλής, ο Ορέστης, έπαρχος της Αλεξανδρείας και ο Συνέσιος ο Πτολεμαΐδος, ο οποίος, στις επιστολές του προς τη φιλόσοφο, εκφράζεται με εξαιρετική τρυφερότητα και μεγάλη οικειότητα και αγάπη προς τη διδάσκαλο.
Προκαλεί, εξ’ άλλου, βαθιά εντύπωση ο προσκυνηματικός τόνος των επιστολών του Συνεσίου και η προσφώνηση προς την Υπατία ως «δεσποίνης σεβασμίας». Ιδιαίτερα, ωστόσο, αποκαλυπτική είναι η 136η επιστολή του Συνεσίου προς τον αδελφό του, στην οποία υπογραμμίζει τους γλυκούς καρπούς από τη φιλοσοφική διδασκαλία της Υπατίας και την ακμή στην οποία αναβίβασε τη σχολή της Αλεξάνδρειας που διηύθυνε η φιλόσοφος. Στην εν λόγω επιστολή του προχωρεί σε μια σύγκριση ανάμεσα στον πνευματικό πλούτο της αλεξανδρινής σχολής και στην πενία της φιλοσοφικής διδασκαλίας της αθηναϊκής σχολής. Ο Συνέσιος, και μετά την προσχώρησή του στο Χριστιανισμό, διατήρησε τις σχέσεις και την αλληλογραφία με την Υπατία.
Αν και τα γραπτά της καταστράφηκαν στην πυρκαγιά της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, μπορούμε να σχηματίσουμε μια εικόνα του περιεχομένου τους από τα σχόλια συγχρόνων της συγγραφέων. Τα περισσότερα από τα γραπτά της Υπατίας ξεκίνησαν σαν σημειώσεις για τους μαθητές της. Κανένα δεν έχει δια-σωθεί ολοκληρωμένο, αν και είναι πιθανόν τμήματα του έργου της να έχουν ενσωματωθεί στις εκτενείς πραγματείες του Θέωνα. Μερικές πληροφορίες για τα επιτεύγματά της προέρχονται από διασωθέντα γράμματα του μαθητού και φίλου της Συνεσίου του Κυρηναίου, που αργότερα έγινε ο πλούσιος και ισχυρός Επίσκοπος της Πτολεμαΐδας, και στα οποία αναγνωρίζει τη μοναδική υπεροχή του νου της.
Έτσι, μόνον τίτλους μερικών από τα έργα της γνωρίζουμε. Αναφέρεται ότι συνέγραψε το Υπόμνημα εις Διόφαντον, ο οποίος υπήρξε περίφημος προγενέστερός της μαθηματικός, που ενδεχομένως να αποτελεί το σημαντικότερο έργο της Υπατίας στην άλγεβρα, και στο οποίο παραθέτει σχόλια στην Αριθμητική του Διοφάντου σε 13 βιβλία. Ο Διόφαντος έζησε και εργάσθηκε στην Αλεξάνδρεια τον τρίτο αιώνα και έχει ονομασθεί «πατέρας της άλγεβρας». Ανέπτυξε τις απροσδιόριστες (η διοφαντικές) εξισώσεις, δηλαδή εξισώσεις με πολλαπλές λύσεις. Εργάσθηκε επίσης με δευτεροβάθμιες εξισώσεις. Τα σχόλια της Υπατίας περιελάμβαναν εναλλακτικές λύσεις και πολλά νέα προβλήματα που προέκυπταν σαν συνέπεια στα χειρόγραφα του Διοφάντου.
Η Υπατία έγραψε επίσης μια διατριβή Περί των Κωνικών του Απολλωνίου σε οκτώ βιβλία. Ο Απολλώνιος ο Πέργας, ήταν ένας Αλεξανδρινός γεωμέτρης και μαθηματικός του 3ου π.Χ. αιώνα, που προσπάθησε να εξηγήσει τις ασυνήθιστες τροχιές των πλανητών. Το κείμενο της Υπατίας ήταν μια εκλαΐκευση της εργασίας του. Όπως οι Έλληνες πρόγονοί της, η Υπατία γοητευόταν από τις κωνικές τομές (τα γεωμετρικά σχήματα που σχηματίζονται όταν ένα επίπεδο τέμνει ένα κώνο). Μετά το θάνατό της, οι κωνικές τομές αγνοήθηκαν μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα, όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι πολλά φυσικά φαινόμενα, όπως οι τροχιές των πλανητών, περιγράφονταν με τον καλύτερο τρόπο με τις καμπύλες που προκύπτουν από κωνικές τομές.
Ο Θέων, ο πατέρας της Υπατίας, αναθεώρησε και εξέλιξε τα Στοιχεία της Γεωμετρίας του Ευκλείδη, και είναι η δική του έκδοση που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα. Πιθανότατα η Υπατία εργάσθηκε μαζί του σ' αυτή την αναθεώρηση. Αργότερα, έγραψε μαζί του τουλάχιστον μια διατριβή για τον Ευκλείδη. Η Υπατία, έγραψε επίσης τουλάχιστον ένα βιβλίο από την εργασία του Θέωνα για τον Πτολεμαίο. Ο Πτολεμαίος είχε συστηματοποιήσει όλη τη σύγχρονη μαθηματική και αστρονομική γνώση σε ένα έργο 13 βιβλίων, το οποίο μετριόφρονα ονόμασε Μαθηματική Πραγματεία. Άραβες Σχολαστικιστές το μετονόμασαν σε Almagest (Μέγα Βιβλίο). Το σύστημα του Πτολεμαίου παρέμεινε το κυρίαρχο αστρονομικό έργο μέχρι τον Κοπέρνικο, το 16ο αιώνα. Κυρίως όμως η Υπατία ασχολήθηκε με τη γεωμετρία, γι’ αυτό και ο Δαμάσκιος την αποκαλεί «Γεωμετρική». Οι πίνακες της Υπατίας για τις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων, που συμπεριλαμβάνονται στο ξεχωριστό έργο της Αστρονομικός Κανών, ίσως ήταν μέρος των σχολίων του Θέωνα στον Πτολεμαίο.
Η Υπατία υπήρξε η πρώτη διαπρεπής φιλόσοφος και μαθηματικός, η οποία απέσυρε αρχαίους φραγμούς αναφορικά με τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία και τη συνδρομή της στις επιστήμες και μάλιστα στη φιλοσοφία. Στο πρόσωπο της Υπατίας μπορούμε να διακρίνουμε μια αυθεντική φιλόσοφο, έναν ακόμη «πατέρα» της εκκλησίας και μια μάρτυρα της γνώσεως.