Η Επιστήμη της Επιδράσεως των Αστέρων

Εκτός από την πρακτικήν εφαρμογήν της Αστρολογίας, με την οποίαν θα ασχοληθούμε εκτενώς, θα πρέπη να κατανοήσουμε την εσωτερικήν σημασίαν της επιδράσεως των αστέρων εις την εξελικτικήν πορείαν της ψυχής. Διότι εάν δεν καταστή κατανοητόν το πώς επιδρά και διαμορφώνει την ζωήν όταν αυτή εξετάζεται όχι ως αποκομμένη από την μεταφυσικήν διάστασιν της ενώσεως του παθητού σώματος με την ψυχήν, θα περιπέσωμεν εις πληθώρα λανθασμένων εκτιμήσεων και συμπερασμάτων και θα καταλήξωμεν εν τέλει εις την διαπίστωσιν ότι οι αστέρες καθορίζουν την ζωήν και το πεπρωμένον του ανθρώπου, αποστερώντας τον την δυνατότητα της αποφυγής των επιδράσεων αυτών. Μια τέτοια θέσις βεβαίως καταλύει το αυτεξούσιον και αποδίδει την όποια πράξιν ως αποτέλεσμα αδηρίτου ανάγκης εκ της οποίας παρά πάσαν προσπάθειαν ο άνθρωπος δεν δύναται να αποδράση.

Αυτή η θέσις όμως καθίσταται ἐπικίνδυνη εις την συνείδησιν της ελευθερίας και της ευθύνης επί της οποίας κάθε ηθική πράξις στηρίζεται. Διότι εγείρονται τεράστια προβλήματα και διατυπώνονται ανυπέρβλητα ερωτήματα εις την πολιτείαν και εις την θρησκείαν. Διότι πώς θα ήταν δυνατόν υπό την θεώρησιν μιας τέτοιας πεποιθήσεως να καθορισθή η ηθική ενοχή και η πολιτική ευθύνη, με ποιόν τρόπο θα ημπορούσε να δικαιολογηθή η τιμωρία των εγκληματιών και ο συνετισμός των απειθάρχων, εάν ο άνθρωπος υπάκουγε εις μίαν εσωτερικήν ανάγκην αστρικής προελεύσεως, που θα τον εξηνάγκαζε να προβαίνη εις κάθε ανίερον και ανέντιμον πράξιν ανεξάρτητα από τη θέλησή του;

Ο Πλωτίνος εντυπώνει πολύ βαθιά το νόημα της ψυχής ως μέρος όχι αυτού καθ’ εαυτού παθητού, αλλά παθητού αφού εγκλωβισθή εις την ύλην, οπότε και μοιραία υπόκειται εις τις περιοριστικές διαδικασίες αυτής, υπακούει εις τους νόμους και εις τους κανόνες που συγκροτούν την υλικήν δημιουργίαν, όχι κατ’ ουσίαν πάσχουσα από τις μεταβολές, αλλά δεχόμενη τα πάθη του σώματος δια μέσου του οποίου εκδηλώνεται. Με άλλα λόγια τα πάθη αυτά είναι το αντίτιμον της καθόδου της ψυχής εις τον υλικόν κόσμον, εις τον οποίον τα άστρα συμμετέχουν εις ό,τι αφορά τις μεταβολές, την ευστάθειαν, την αρμονίαν και την εξέλιξιν, με άλλα λόγια το πεπρωμένον.

Δηλαδή υπό αυτήν την έννοιαν η ψυχή δεν υπόκειται εις το πεπρωμένον πριν ή αρχικά περιβληθεί την ύλην, αφού το πεπρωμένο είναι απόρροια και αναγκαίο συστατικό της παθητής δημιουργίας της οποίας τα αίτια αναγκαστικά συνδέονται με τα αποτελέσματα, σύνδεσις καλούμενη «αιτιώδης σειρά». Αλλά ούτε και αυτή καθ’ εαυτή η ψυχή φαίνεται να πάσχη ένεκα κάποιας ιδιαίτερης φύσεως που την κάνει να ρέπη προς το κακόν, αλλά πάσχει ένεκα της παθητότητας της ύλης εις την οποίαν εγλωβίζεται δια τους όποιους σκοπούς.

Διότι αν η ψυχή αυτή καθ’ εαυτή μετέχει του κακού, τότε αρχικά εδημιουργήθη από την ουσίαν του κακού ή με πρόσμιξιν της ουσίας του κακού, γεγονός που την κάνει να προσπαθή με ποικίλους τρόπους όχι στατικά να αποβάλλη το κακόν αλλά να μετουσιωθή από το κακόν προς το καλόν, ωσάν να αλλάζη φύσιν. Μα αυτό είναι αδύνατον διότι δεν διατυπώνεται η δυνατότητα του να γίνη κάτι κάτι άλλο χωρίς να μετέχη του άλλου. Όλη όμως αυτή η διατύπωσις είναι αντίθετος προς τις κοινές έννοιες.

Βέβαια το θέμα της ελευθερίας της ψυχής, όρος όχι και τόσο δόκιμος, αφού τα φύσει ελεύθερα όπως η ψυχή δεν υποδουλώνονται, είναι ένα πρόβλημα που τίθεται εις όλα τα φιλοσοφικά συστήματα, ακόμη δε περισσότερον και εις το Πλατωνικόν. Η ψυχή επλάσθη φύσει ελεύθερη και άρχουσα επί της δημιουργίας, επί της οποίας σαφώς διαδραματίζει ενεργόν ρόλον, τόσον εις την διακυβέρνησιν του σύμπαντος, όσον και εις την προαγωγήν αυτού. Η φύσει ελευθερία της ψυχής βέβαια δεν παρέχεται παρά μόνο εις ό,τι υπόκειται εις την δημιουργικήν σφαίραν της επιρροής της και όχι εις την δημιουργικήν σφαίραν απόρροια της οποίας είναι η ίδια.

Η ψυχή ως δημιούργημα που συνδέει την πρωταρχικήν, αναλλοίωτην και αμέριστην ουσίαν με την παθητήν και μεριστήν, έγινε πριν από το σώμα του Κόσμου, οπότε συντελεί με τον λόγον εις την διατήρησιν της ισορροπίας, παράλληλα όμως συντελεί και εις τις υπό του Πλάτωνος αναφερόμενες μεταβολές του Σύμπαντος, διότι καθορίζει το τί και με ποιόν τρόπον γίνεται πώς και πού συμβαίνει, το να ευρίσκεται το κάθε τι εις την καθωρισμένην θέσιν εις σχέσιν με τον εαυτόν του και εις σχέσιν με τα άλλα, είτε αυτά είναι παθητά είτε αναλλοίωτα. Κατά συνέπειαν υφίσταται σαφής διατύπωσις της επιρροής των αστέρων εις την διαμόρφωσιν του πεπρωμένου εις το οποίον υπόκειται η ψυχή με την έλευσή της εις την ζωήν κατά τον τρόπο που εκτέθηκε ανωτέρω, πράγμα που ορίζεται ως το κακόν αυτής, κατά την πρώτην περίπτωσιν, από το οποίον οφείλει η ψυχή να διαφύγη, με την απόσπασίν της από την ύλην και την επανένωσίν της με τη Δημιουργό αρχήν.

Εις την δευτέραν όμως περίπτωσιν το πεπρωμένο και ο κόσμος είναι έργον της ψυχής κατά συνέπειαν η διαδικασία της απολυτρώσεως έγκειται εις την επιστροφήν της περιφοράς του κόσμου εις το σημείον εκκινήσεως, κατά την διατύπωσιν του Λάο Τσε: «Αγνοώ την ονομασίαν του και το καθορίζω δια του Taο. Προσπαθών να δώσω εις αυτό εν όνομα το αποκαλώ Μέγα. Το Μέγα εξαπλούται. Εξαπλούμενον απομακρύνεται. Απομακρυνόμενον επανέρχεται...».

Η θεώρησις βέβαια αυτή θεωρεί την έννοιαν της ψυχής ως ψυχήν του κόσμου μακράν απέχουσα από την έννοιαν των ατομικοποιημένων ψυχών, πράγμα που πρόσκειται πλησιέστερα εις την πρώτην περίπτωσιν. Πάντως όμως τόσον εις την μίαν όσο και εις την άλλην περίπτωσιν και είτε η ψυχή εκλαμβάνεται ως ατομικοποιημένη οντότης, είτε ως ψυχή του κόσμου υπό γενικωτέραν θεώρησιν, υπόκειται εις ένα πεπρωμένο εις την συγρότησιν του οποίου συνεργούν τα άστρα, εφ’ όσον αυτή περιβάλλεται από το υλικόν σώμα, το οποίον κατ’ ουσίαν πάσχει, υποκείμενον εις το πεπρωμένον ένεκα της φύσεώς του και ένεκα της αδηρίτου δυνάμεως της ανάγκης, πεπρωμένον εις το οποίο συμπαρασύρει και την ψυχήν, όχημα της οποίας καθίσταται.

Άρα σύμφωνα με την αρχήν της ενότητος θα πρέπη να υπάρχη μία αμοιβαία σχέσις τόσον μεταξύ του ανθρώπου μετά των αστέρων όσον και μεταξύ αυτού και όλων των μερών του Σύμπαντος και αντιστρόφως. Η σχέσις αυτή θα πρέπη να είναι τέτοια ώστε να λειτουργή αυτό το υπέροχο ζώον, ως σύνολον, και να αποτελή το ένα μέλος, μέλος του άλλου, όχι κατά τρόπον που να καθορίζη το ένα την λειτουργίαν του άλλου εξαναγκαστικά δια της επιβολής ισχύος προς επικράτησιν, αλλά κατά τρόπον επωφελούς επενεργείας του ενός επί του άλλου. Έτσι η καλή ή η κακή λειτουργία ενός μέλους επενεργεί προαγγελτικά επί του άλλου, ώστε να διεγείρεται η κινητοποίησις του όλου συστήματος αναπτύσσοντας όλες εκείνες τις αποκαταστατικές λειτουργίες, δυνάμεις και διεργασίες, που θα επανέφεραν το όλο ζώον εις αρμονίαν.

Η αιτία των γεγονότων και της παντοίας και ποικιλομόρφου εμπλοκής εις τις παθητές καταστάσεις είναι η απομάκρυνσις των δημιουργημάτων από τον Δημιουργόν, με άλλα λόγια δηλαδή είναι η απόσπασις από αυτόν που τα καθιστά μεν ατομικοποιημένες οντότητες, σύνολον όμως ενιαίον του ενός και μόνου συνόλου της αδιαιρέτου αρχής.

Συνεπώς, η μετέπειτα πορεία είναι που διαγράφει τα αίτια και τα αποτελέσματα, ώστε καθιστάμενος δια μέσου αυτών γνωστός ο Δημιουργός, να αποτελέση και πάλιν το αντικείμενον, της νοσταλγίας προς την επανένωσιν. Με μίαν λέξιν δημιουργός αιτία των παθών είναι η κίνησις η προκαλούσα τις μεταβολές, κάθε δε μεταβολή είναι ένα πάθος, κάθε δε γεγονός εις την καθ’ εαυτού ουσίαν του είναι μια μεταβολή και αντιστρόφως κάθε μεταβολή είναι κατ’ ουσίαν ένα γεγονός είτε μοναδικόν είτε αναλογικά επαναλαμβανόμενον, ακολουθών την κίνησιν έως ότου αυτή δεν καταπαύει.

Όπως τα γράμματα που απαρτίζουν μίαν λέξιν έχουν καθορισμένην σειράν ώστε να αποδίδουν το ονομαζόμενον πράγμα, αν δε αυτή η σειρά διαφοροποιηθή τότε παύει πλέον να αποδίδεται και η έννοια του πράγματος αυτού, ακόμη και αυτή η ύπαρξίς του, έτσι και η διάταξις των αστέρων είναι καθοριστικής σημασίας απόλυτα εναρμονισμένη με την προαγγελτικήν τους δυνατότητα. Από αυτό συνάγεται ότι αν τα γράμματα υποκαθίστανται από την διάταξιν των αστέρων τότε η κάθε διάταξις απαρτίζει μίαν λέξιν, κάθε δε λέξις μίαν έννοιαν, με αποτέλεσμα να έχουμε την περιγραφήν ενός πράγματος υπό άλλου πράγματος και όπως οι οφθαλμοί ή άλλα μέρη του σώματος δεν προκαλούν την διάπλασιν του χαρακτήρος ή τις ποικίλες ορμές και διαθέσεις, αλλά απλά καθίστανται με τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά τους μέσα προς διάγνωσιν, διότι ως στοιχεία ενός ενιαίου συνόλου, συνεργούν με την ιδιομορφίαν του τρόπου τους εις την περιγραφήν των διαφόρων καταστάσεων είτε των μερών του συνόλου, είτε και αυτού του συνόλου, έτσι και οι πλανήτες δεν προκαλούν ούτε καθορίζουν τις πράξεις και τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου αλλά τις περιγράφουν.

Από αυτά συνάγεται ότι οι αστέρες δεν επιδρούν επί της διαμορφώσεως του πεπρωμένου και κατά συνέπειαν καταδεικνύεται η πλάνη μιας τέτοιας παραδοχής. Οπότε δεν απομένει εις την περιοχήν της μελέτης των αστέρων παρά μόνον η προαγγελτική ιδιότητα και όχι η καθοριστική ή η διαμορφωτική δράσις επί του πεπρωμένου. Aυτή προέρχεται από την κίνησιν εις την οποίαν υπάγεται η ψυχή αμέσως μετά τον αποχωρισμόν της από την Δημιουργόν αρχήν, η κίνησις δε αυτή προηγείται των αστέρων. Μάλιστα δε η ψυχή υποβοηθά ως μέρος του όλου την κίνησιν των αστέρων και εν γένει την κίνησιν του όλου κόσμου, εις ουδεμίαν δε περίπτωσιν αυτή δεν υπόκειται εις μεταβολήν ένεκα κάποιας επιρροής προερχομένης από τους αστέρες. Φαίνεται δε να πάσχη όχι αυτή καθ’ εαυτή αλλά πάσχον το σώμα εις το οποίον εγκλωβίζεται, συμπαρασυρόμενη από αυτό δέχεται τα πάθη του σώματος που προκαλούνται από τις σωματικές ενέργειες των αστέρων, κατά τον τρόπο που ανωτέρω ωρίσθη.