Περί προϋπαρχούσης γνώσεως

«Πάσα διδασκαλία και πάσα μάθησις διανοητική, εκ προϋπαρχούσης γίνεται γνώσεως». Ο Ιωάννης ο Φιλόπονος, εις τα σχόλιά του επί των Αναλυτικών Υστέρων του Αριστοτέλους, λέγει ότι εις την αριστοτελικήν θεώρησιν δια το «γινώσκειν δύο τρόποι υπάρχουσιν εξ ων πάσα γίνεται γνώσις, ως φησι και Πλάτων, μάθησις και εύρεσις. ή γαρ μανθάνοντες παρ’ έτερον γινώσκομεν, ή ευρίσκοντες αυτοί... Ιστέον δε ότι και ενταύθα ο Αριστοτέλης εαυτώ ακολουθεί κατά τον τρόπον της διδασκαλίας και άρχεται από των καθολικωτέρων».

Την αυτήν άποψιν εκφράζει και ο Θεόφιλος ο Κορυδαλεύς σχολιάζων τα Αναλυτικά Ύστερα: «Πάσα διδασκαλία και πάσα μάθησις διανοητική, εκ προϋπαρχούσης γίνεται γνώσεως. Επί του προτεθέντος αξιώματος υποτίθησιν ο Φιλόσοφος, ως είρηται, την επιστήμην, και απόδειξιν. Εν γαρ τω υποκειμένω όρω τούτω τω της διδασκαλίας και μαθήσεως ονόματι εννοείται απλώς πάσα γνώσις και μάθησις, οποία ποτ’ αν είη διανοητική. Τοιαύτη δε εστι και η αποδεικτική λεγομένη επιστήμη. Αποκλείεται δε της τοιαύτης διδασκαλίας, η τε τω αρχών επιστήμη, και η δι’ αισθήσεως γνώσις, αίπερ ουκ εισί διδασκαλίαι διανοητικαί. Άλλως γαρ ην επ’ άπειρον προελθείν, άλλην προ άλλης διδασκαλίαν και γνώσιν ζητώντας

Πάσα μάθησις και πάσα γνώσις, δεν είναι ειμί ανάμνησις, λέγει ο Πλάτων εις αντίθεσιν με τον Αριστοτέλην. Εις την πλατωνικήν αντίληψιν η ψυχή, βλέποντας τα αισθητά, ενθυμείται με την νόησιν τας ιδέας. Διότι τα γήϊνα, τα δια των αισθήσεων αντιληπτά όντα, είναι μόνον θολά είδωλα του φωτεινού κόσμου των ιδεών, όστις είναι το πρότυπόν των.