Σπουδαίος φιλόσοφος - πανεπιστήμων της αρχαιότητας, που συνέλαβε την ιδέα της αεριοπροώθησης και κατασκεύασε το πρώτο αεριωθούμενο τον Δ΄ αιώνα π.Χ.
Στη μινωική αποικία της παρακείμενης του βορείου μέρους του κόλπου του Τάραντα χερσονήσου είχε κτισθεί πόλη, στην οποία δόθηκε από κάποιον ήρωα το όνομα Τάρας. Μετά τον πρώτο μεσσηνιακό πόλεμο, οι σπαρτιάτες αποίκισαν εκ νέου την πόλη στέλνοντας εκεί ως αποίκους τους καλούμενους παρθενίες, αυτούς δηλαδή, που είχαν γεννηθεί κατά τη διάρκεια του πρώτου μεσσηνιακού πολέμου. Ο Τάρας δεν άργησε να διακριθεί μεταξύ των πόλεων της Μεγάλης Ελλάδας τόσο από οικονομικής - εμπορικής άποψης, όσο και από πολιτικής κι επιστημονικής.
Στην ανθούσα αυτή πόλη γεννήθηκε ο Αρχύτας, ο περίφημος κατά την αρχαιότητα μαθηματικός, μηχανικός, φιλόσοφος, πολιτικός και στρατηγός. Ο χρόνος της γέννησης και του θανάτου του δεν είναι ακριβώς γνωστοί. Από τη φιλία και την επικοινωνία όμως που είχε με τον Πλάτωνα, ο χρόνος ακμής του τοποθετείται περί το 380 π.Χ.
Πηγαίνοντας στις Συρακούσες ο Πλάτων, στην αυλή του τυράννου Διονυσίου, πέρασε από τον Τάραντα, όπου γνωρίστηκε με τον Αρχύτα, ο οποίος, εκτός του ότι ήταν ο άρχοντας του Τάραντα, ήταν και διευθυντής του παραρτήματος της πυθαγόρειας σχολής του Κρότωνα. Η φιλία του Πλάτωνα με τον Αρχύτα οδήγησε τον Πλάτωνα στη γνώση των μαθηματικών και της φιλοσοφίας των πυθαγορείων, που είχαν μεγάλη επίδραση κατά τη συγγραφή των πλατωνικών διαλόγων, ώστε ο Πλάτων να χαρακτηρίζεται από πολλούς ως πυθαγόρειος, ενώ από άλλους να λέγεται, ότι πυθαγορίζει.
Χάρη στη φιλία του με τον Αρχύτα, ο Πλάτων, κατόρθωσε να σωθεί, όταν κατά το τρίτο του ταξίδι στις Συρακούσες κινδύνευσε να θανατωθεί από τον Τύραννο Διονύσιο Β΄. Μόλις αντιλήφθηκε την πρόθεση του τυράννου ο Πλάτων ειδοποίησε κρυφά τον Αρχύτα, ο οποίος αμέσως έστειλε στις Συρακούσες τριακοντακόντορο πολεμικό πλοίο (θωρηκτό της εποχής με 30 κουπιά) και ζήτησε να παραλάβει τον Πλάτωνα. Ο Διονύσιος κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία παρέδωσε τον Πλάτωνα εφοδιάζοντάς τον με πολλές τροφές. Το περιστατικό αυτό της σωτηρίας του Πλάτωνα κατέστησε γνωστό τον Αρχύτα στο πανελλήνιο.
Οι αρχαίοι λαοί πίστευαν, ότι ο κόσμος κυβερνάται από διάφορες θεϊκές δυνάμεις (μία ή περισσότερες) και κάθε τι το οποίο συνέβαινε οφειλόταν σε άμεση βούληση των θεών. Τυχαία περιστατικά και η ανάγκη ικανοποίησης πρωταρχικών αναγκών οδήγησαν σε στοιχειώδεις ανακαλύψεις, που είχαν άμεση σχέση με την πρακτική μονάχα ζωή. Οι οποιεσδήποτε γνώσεις τους βρίσκονταν σε άμεσο συσχετισμό με τις θρησκευτικές τους προκαταλήψεις και δοξασίες.
Πρώτος ο Θαλής ο Μιλήσιος, ο ιδρυτής της Σχολής της Μιλήτου , απομακρύνθηκε τελείως από τις θρησκευτικές παραδόσεις στην προσπάθειά του να ερμηνεύσει τα πράγματα του κόσμου. Αφορμώμενος από τη σκέψη, ότι με την παρατήρηση και την έρευνα των φυσικών φαινομένων θα είναι δυνατόν να δοθεί απάντηση στο κοσμογονικό πρόβλημα, που απασχολεί το ανθρώπινο πνεύμα χάραξε νέους δρόμους για την θεώρηση των πραγμάτων του κόσμου κι έθεσε έτσι τις βάσεις της σύγχρονης Επιστήμης μακριά από κάθε θρησκευτική επιρροή. Από τότε ο στοχασμός απολυτρωμένος από τη θρησκευτικο-θεοκρατική αντίληψη της δημιουργίας του κόσμου, αναζήτησε να βρει μια άλλη ερμηνεία, μια διαφορετική απάντηση, με ορθολογισμό και συστηματικότητα.
Οι από του Θαλή μέχρι του Σωκράτη φιλόσοφοι ακολουθούντες τα ίχνη των θεωρήσεων του Θαλή προς ερμηνεία των πραγμάτων στη Φύση και των λειτουργιών της ονομάστηκαν φυσικοί φιλόσοφοι. Οι φυσικοί φιλόσοφοι θεωρούσαν ως επιστέγασμα των επινοήσεων, των θεωριών και των παρατηρήσεών τους τη διατύπωση φιλοσοφικών δοξασιών για γενικότερη ερμηνεία και κατανόηση του Κόσμου. Οι βάσεις όμως, όπου στηρίζονταν για τη διατύπωσή τους, ήταν οι έρευνες επί των φυσικών φαινομένων, για τις οποίες απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η άριστη γνώση των μαθηματικών και των άλλων θετικών επιστημών. Όλοι ανεξαιρέτως οι φυσικοί φιλόσοφοι ήταν πρωτίστως πανεπιστήμονες. Μόνο με τα μαθηματικά και τις άλλες θετικές επιστήμες μπορεί να κατανοηθεί η Φύση και ο Λόγος, ο φυσικός νόμος, και να εφαρμοσθεί τόσο στην Πόλη, όσο και στον άνθρωπο, που είναι κι αυτά μέρη της Φύσης, ώστε να καταστούν έλλογα και κατά φύση.
Ο Πλάτων πίστευε βαθύτατα, ότι για να ασχοληθεί κάποιος με την φιλοσοφία, πρέπει να γνωρίζει μαθηματικά• στους περισσότερους διαλόγους του έχει μνημονεύσει πολλές μαθηματικές προτάσεις. Στο υπέρθυρο της Ακαδημίας του υπήρχε η επιγραφή: «Μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω μου την στέγην», δηλαδή δεν επιτρεπόταν να φοιτήσει κάποιος στην Ακαδημία, εάν δεν γνώριζε γεωμετρία, τουτέστιν μαθηματικά.
Οι φιλοσοφικές σχολές από τον Γ΄ αιώνα π.Χ. κι έπειτα όμως, με δεδομένες τις νέες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώνονταν, επιχείρησαν κυρίως να επιλύσουν προβλήματα του κοινωνικού βίου εξοβελίζοντας τα μαθηματικά, τα οποία θεωρούσαν άχρηστα. Αποκόπηκαν όμως έτσι από την κατανόηση της Φύσης, οπότε άρχισαν να εισάγουν σταδιακά στις θεωρίες τους στοιχεία μεταφυσικής. Η φιλοσοφία άρχισε να εκφυλίζεται και οι πλέον κατ' όνομα φιλόσοφοι αναλώνονταν σε φλυαρίες, ενώ στο τέλος κατέληξαν να ασχολούνται με το μυστικισμό κι έτσι άνοιξαν διάπλατο το δρόμο για τον τέλειο εκφυλισμό της με την τελική επικράτηση του χριστιανισμού, οπότε η «φιλοσοφία» κατάντησε θεραπαινίδα της θεοκρατίας.
Κατά το νόμο των ταραντίνων, η θητεία των εκλεγομένων στρατηγών ήταν ενιαύσια. Δεν επιτρεπόταν δε επανεκλογή. Εξαίρεση του νόμου έγινε για τον Αρχύτα, ο οποίος εκλέχθηκε στρατηγός επτά συνεχόμενες φορές. Ότι ο Αρχύτας ήταν σπουδαίος φιλόσοφος και επιστήμονας της εποχής του συμπεραίνεται και εκ του ότι ο Αριστοτέλης έγραψε ειδική πραγματεία σε τρία βιβλία «Περί της Αρχύτου Φιλοσοφίας», η οποία όμως, δεν σώθηκε.
Δεν είναι γνωστό πόσα συγγράμματα είχε γράψει ο Αρχύτας, γιατί κανένα από αυτά δεν σώθηκε εκτός από λίγα αποσπάσματά της υπό τον τίτλο «Αρμονικός» πραγματείας του. Μεταξύ των απωλεσθέντων φέρονται τα έργα με τίτλους: «Διατριβαί», «Περί της δεκάδος», «Περί αυλών», Περί μηχανής» και «Περί γεωργίας». Η φήμη του όμως, ως μαθηματικού και μουσικού, είχε φθάσει σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο της αρχαιότητας.
Για τον Αρχύτα ο Πρόκλος βεβαιώνει, ότι «παρ' αυτού επηυξήθη τα θεωρήματα». Η φράση αυτή υποδηλώνει ασφαλώς τη συμβολή του στην περιοχή της ανώτερης γεωμετρίας. Ο σχολιαστής έργων του Αρχιμήδη, Ευτόκιος, διέσωσε μια λύση του διπλασιασμού του κύβου (δηλίου προβλήματος) από τον Αρχύτα με τη χρησιμοποίηση ημικυλινδρίων, η οποία θεωρείται περίφημη κι αναβιβάζει τον Αρχύτα στη χορεία των μεγάλων μαθηματικών όχι μόνο της αρχαιότητας, αλλά ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Ο Ερατοσθένης, στην αφιέρωσή του προς τον βασιλέα Πτολεμαίο, στον οποίο συνυποβάλει τη δική του λύση του προβλήματος, αποκαλεί τη λύση του Αρχύτα ως δυσμήχανο, δηλαδή δυσεπινόητο, γράφοντας τα εξής: «Μηδέ να ζητάς να πετύχεις αυτό με τα δυσμήχανα έργα των κυλίνδρων του Αρχύτα, μηδέ να θέλεις να βρεις με τις κωνικές τομές του Μεναίχμου, μηδέ αν λύεται αυτό με τις καμπύλες του θεοειδούς Ευδόξου».
Δεν είναι γνωστό εάν μετά τον Πυθαγόρα έγιναν μαθηματικές έρευνες στη θεωρία της μουσικής. Εάν κρίνουμε όμως, από τα λίγα διασωθέντα αποσπάσματα των μουσικών πραγματειών του Αρχύτα, μπορούμε με μεγάλη πιθανότητα να συμπεράνουμε, ότι η συμβολή του Αρχύτα στη μαθηματική θεωρία της μουσικής ήταν αποφασιστικής σημασίας. Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος διέσωσε στην πραγματεία του «Αρμονικά» μερικά στοιχεία από μουσικό σύγγραμμα του Αρχύτα, από τα οποία μαθαίνουμε, ότι ο Αρχύτας διαχώριζε τα τρία γένη των μουσικών συμφωνιών, ιδίως στις διαιρέσεις των τετραχόρδων. Διέκρινε λοιπόν ο Αρχύτας τρία γένη στη μουσική: το εναρμόνιο, το χρωματικό και το διατονικό. Και στα τρία αυτά γένη πρόκειται για το σχηματισμό του φθόγγου με συχνότητα 4/3, ο οποίος κατά τον Αρχύτα σχηματίζεται από τον πολλαπλασιασμό τριών διαφόρων για κάθε γένος συχνοτήτων.
Ο Αρχύτας διέγνωσε, ότι το βραχύ μήκος του αυλού παράγει υψηλό, το δε μακρό χαμηλό τόνο κι ότι οι οξείς φθόγγοι κινούνται ταχύτερα από τους βαρείς. Είχε επίσης ασχοληθεί και με το θέμα των αναλογιών. Ο Αρχύτας δεν ήταν όμως μόνο τύπος θεωρητικού μαθηματικού. Συνδύαζε άριστα τη θεωρία με τις εφαρμογές, ήταν επομένως και άριστος μηχανικός. Μαρτυρείται, ότι πρώτος εφάρμοσε μαθηματικές αρχές στη Μηχανική. Ο Αριστοτέλης αναφέρει, ότι είχε κατασκευάσει αυτόματο μηχάνημα (παιχνίδι), το οποίο προκαλούσε κρότο κι έπαιζαν τα παιδιά. (Πολ. 1340 b 26).
Το καταπληκτικότερο είναι, ότι ο Αρχύτας είναι ο κατασκευαστής του πρώτου αεροπλάνου, ιπτάμενου σώματος δηλαδή, όχι με βάση την αρχή της άνωσης του Αρχιμήδη, αλλά με βάση την ωστική δύναμη. Είχε κατασκευάσει ξύλινο περιστέρι, το οποίο πετούσε. Όταν το περιστέρι προσγειωνόταν, δεν ξανασηκωνόταν πλέον από το έδαφος. «Aρχύτας Ταραντίνος τα άλλα και μηχανικός ών εποίησεν περιστεράν ξυλίνην πετομένην, ή οπότε ουκέτι ανίστατο». Η άνωση του περιστεριού στον αέρα γινόταν με ελατήριο, η δε κίνησή του με πεπιεσμένο αέρα, ο πρόγονος του αεριοωθούμενου δηλαδή.
Comments
polina
Fri, 06/11/2015 - 00:20
Permalink
Αρχύτας ο Ταραντίνος
Click για περισσότερα
Σπουδαίος φιλόσοφος - πανεπιστήμων της αρχαιότητας, που συνέλαβε την ιδέα της αεριοπροώθησης και κατασκεύασε το πρώτο αεριωθούμενο τον Δ΄ αιώνα π.Χ.
Στη μινωική αποικία της παρακείμενης του βορείου μέρους του κόλπου του Τάραντα χερσονήσου είχε κτισθεί πόλη, στην οποία δόθηκε από κάποιον ήρωα το όνομα Τάρας. Μετά τον πρώτο μεσσηνιακό πόλεμο, οι σπαρτιάτες αποίκισαν εκ νέου την πόλη στέλνοντας εκεί ως αποίκους τους καλούμενους παρθενίες, αυτούς δηλαδή, που είχαν γεννηθεί κατά τη διάρκεια του πρώτου μεσσηνιακού πολέμου. Ο Τάρας δεν άργησε να διακριθεί μεταξύ των πόλεων της Μεγάλης Ελλάδας τόσο από οικονομικής - εμπορικής άποψης, όσο και από πολιτικής κι επιστημονικής.
Στην ανθούσα αυτή πόλη γεννήθηκε ο Αρχύτας, ο περίφημος κατά την αρχαιότητα μαθηματικός, μηχανικός, φιλόσοφος, πολιτικός και στρατηγός. Ο χρόνος της γέννησης και του θανάτου του δεν είναι ακριβώς γνωστοί. Από τη φιλία και την επικοινωνία όμως που είχε με τον Πλάτωνα, ο χρόνος ακμής του τοποθετείται περί το 380 π.Χ.
Πηγαίνοντας στις Συρακούσες ο Πλάτων, στην αυλή του τυράννου Διονυσίου, πέρασε από τον Τάραντα, όπου γνωρίστηκε με τον Αρχύτα, ο οποίος, εκτός του ότι ήταν ο άρχοντας του Τάραντα, ήταν και διευθυντής του παραρτήματος της πυθαγόρειας σχολής του Κρότωνα. Η φιλία του Πλάτωνα με τον Αρχύτα οδήγησε τον Πλάτωνα στη γνώση των μαθηματικών και της φιλοσοφίας των πυθαγορείων, που είχαν μεγάλη επίδραση κατά τη συγγραφή των πλατωνικών διαλόγων, ώστε ο Πλάτων να χαρακτηρίζεται από πολλούς ως πυθαγόρειος, ενώ από άλλους να λέγεται, ότι πυθαγορίζει.
Χάρη στη φιλία του με τον Αρχύτα, ο Πλάτων, κατόρθωσε να σωθεί, όταν κατά το τρίτο του ταξίδι στις Συρακούσες κινδύνευσε να θανατωθεί από τον Τύραννο Διονύσιο Β΄. Μόλις αντιλήφθηκε την πρόθεση του τυράννου ο Πλάτων ειδοποίησε κρυφά τον Αρχύτα, ο οποίος αμέσως έστειλε στις Συρακούσες τριακοντακόντορο πολεμικό πλοίο (θωρηκτό της εποχής με 30 κουπιά) και ζήτησε να παραλάβει τον Πλάτωνα. Ο Διονύσιος κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία παρέδωσε τον Πλάτωνα εφοδιάζοντάς τον με πολλές τροφές. Το περιστατικό αυτό της σωτηρίας του Πλάτωνα κατέστησε γνωστό τον Αρχύτα στο πανελλήνιο.
Οι αρχαίοι λαοί πίστευαν, ότι ο κόσμος κυβερνάται από διάφορες θεϊκές δυνάμεις (μία ή περισσότερες) και κάθε τι το οποίο συνέβαινε οφειλόταν σε άμεση βούληση των θεών. Τυχαία περιστατικά και η ανάγκη ικανοποίησης πρωταρχικών αναγκών οδήγησαν σε στοιχειώδεις ανακαλύψεις, που είχαν άμεση σχέση με την πρακτική μονάχα ζωή. Οι οποιεσδήποτε γνώσεις τους βρίσκονταν σε άμεσο συσχετισμό με τις θρησκευτικές τους προκαταλήψεις και δοξασίες.
Πρώτος ο Θαλής ο Μιλήσιος, ο ιδρυτής της Σχολής της Μιλήτου , απομακρύνθηκε τελείως από τις θρησκευτικές παραδόσεις στην προσπάθειά του να ερμηνεύσει τα πράγματα του κόσμου. Αφορμώμενος από τη σκέψη, ότι με την παρατήρηση και την έρευνα των φυσικών φαινομένων θα είναι δυνατόν να δοθεί απάντηση στο κοσμογονικό πρόβλημα, που απασχολεί το ανθρώπινο πνεύμα χάραξε νέους δρόμους για την θεώρηση των πραγμάτων του κόσμου κι έθεσε έτσι τις βάσεις της σύγχρονης Επιστήμης μακριά από κάθε θρησκευτική επιρροή. Από τότε ο στοχασμός απολυτρωμένος από τη θρησκευτικο-θεοκρατική αντίληψη της δημιουργίας του κόσμου, αναζήτησε να βρει μια άλλη ερμηνεία, μια διαφορετική απάντηση, με ορθολογισμό και συστηματικότητα.
Οι από του Θαλή μέχρι του Σωκράτη φιλόσοφοι ακολουθούντες τα ίχνη των θεωρήσεων του Θαλή προς ερμηνεία των πραγμάτων στη Φύση και των λειτουργιών της ονομάστηκαν φυσικοί φιλόσοφοι. Οι φυσικοί φιλόσοφοι θεωρούσαν ως επιστέγασμα των επινοήσεων, των θεωριών και των παρατηρήσεών τους τη διατύπωση φιλοσοφικών δοξασιών για γενικότερη ερμηνεία και κατανόηση του Κόσμου. Οι βάσεις όμως, όπου στηρίζονταν για τη διατύπωσή τους, ήταν οι έρευνες επί των φυσικών φαινομένων, για τις οποίες απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η άριστη γνώση των μαθηματικών και των άλλων θετικών επιστημών. Όλοι ανεξαιρέτως οι φυσικοί φιλόσοφοι ήταν πρωτίστως πανεπιστήμονες. Μόνο με τα μαθηματικά και τις άλλες θετικές επιστήμες μπορεί να κατανοηθεί η Φύση και ο Λόγος, ο φυσικός νόμος, και να εφαρμοσθεί τόσο στην Πόλη, όσο και στον άνθρωπο, που είναι κι αυτά μέρη της Φύσης, ώστε να καταστούν έλλογα και κατά φύση.
Ο Πλάτων πίστευε βαθύτατα, ότι για να ασχοληθεί κάποιος με την φιλοσοφία, πρέπει να γνωρίζει μαθηματικά• στους περισσότερους διαλόγους του έχει μνημονεύσει πολλές μαθηματικές προτάσεις. Στο υπέρθυρο της Ακαδημίας του υπήρχε η επιγραφή: «Μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω μου την στέγην», δηλαδή δεν επιτρεπόταν να φοιτήσει κάποιος στην Ακαδημία, εάν δεν γνώριζε γεωμετρία, τουτέστιν μαθηματικά.
Οι φιλοσοφικές σχολές από τον Γ΄ αιώνα π.Χ. κι έπειτα όμως, με δεδομένες τις νέες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώνονταν, επιχείρησαν κυρίως να επιλύσουν προβλήματα του κοινωνικού βίου εξοβελίζοντας τα μαθηματικά, τα οποία θεωρούσαν άχρηστα. Αποκόπηκαν όμως έτσι από την κατανόηση της Φύσης, οπότε άρχισαν να εισάγουν σταδιακά στις θεωρίες τους στοιχεία μεταφυσικής. Η φιλοσοφία άρχισε να εκφυλίζεται και οι πλέον κατ' όνομα φιλόσοφοι αναλώνονταν σε φλυαρίες, ενώ στο τέλος κατέληξαν να ασχολούνται με το μυστικισμό κι έτσι άνοιξαν διάπλατο το δρόμο για τον τέλειο εκφυλισμό της με την τελική επικράτηση του χριστιανισμού, οπότε η «φιλοσοφία» κατάντησε θεραπαινίδα της θεοκρατίας.
Κατά το νόμο των ταραντίνων, η θητεία των εκλεγομένων στρατηγών ήταν ενιαύσια. Δεν επιτρεπόταν δε επανεκλογή. Εξαίρεση του νόμου έγινε για τον Αρχύτα, ο οποίος εκλέχθηκε στρατηγός επτά συνεχόμενες φορές. Ότι ο Αρχύτας ήταν σπουδαίος φιλόσοφος και επιστήμονας της εποχής του συμπεραίνεται και εκ του ότι ο Αριστοτέλης έγραψε ειδική πραγματεία σε τρία βιβλία «Περί της Αρχύτου Φιλοσοφίας», η οποία όμως, δεν σώθηκε.
Δεν είναι γνωστό πόσα συγγράμματα είχε γράψει ο Αρχύτας, γιατί κανένα από αυτά δεν σώθηκε εκτός από λίγα αποσπάσματά της υπό τον τίτλο «Αρμονικός» πραγματείας του. Μεταξύ των απωλεσθέντων φέρονται τα έργα με τίτλους: «Διατριβαί», «Περί της δεκάδος», «Περί αυλών», Περί μηχανής» και «Περί γεωργίας». Η φήμη του όμως, ως μαθηματικού και μουσικού, είχε φθάσει σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο της αρχαιότητας.
Για τον Αρχύτα ο Πρόκλος βεβαιώνει, ότι «παρ' αυτού επηυξήθη τα θεωρήματα». Η φράση αυτή υποδηλώνει ασφαλώς τη συμβολή του στην περιοχή της ανώτερης γεωμετρίας. Ο σχολιαστής έργων του Αρχιμήδη, Ευτόκιος, διέσωσε μια λύση του διπλασιασμού του κύβου (δηλίου προβλήματος) από τον Αρχύτα με τη χρησιμοποίηση ημικυλινδρίων, η οποία θεωρείται περίφημη κι αναβιβάζει τον Αρχύτα στη χορεία των μεγάλων μαθηματικών όχι μόνο της αρχαιότητας, αλλά ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Ο Ερατοσθένης, στην αφιέρωσή του προς τον βασιλέα Πτολεμαίο, στον οποίο συνυποβάλει τη δική του λύση του προβλήματος, αποκαλεί τη λύση του Αρχύτα ως δυσμήχανο, δηλαδή δυσεπινόητο, γράφοντας τα εξής: «Μηδέ να ζητάς να πετύχεις αυτό με τα δυσμήχανα έργα των κυλίνδρων του Αρχύτα, μηδέ να θέλεις να βρεις με τις κωνικές τομές του Μεναίχμου, μηδέ αν λύεται αυτό με τις καμπύλες του θεοειδούς Ευδόξου».
Δεν είναι γνωστό εάν μετά τον Πυθαγόρα έγιναν μαθηματικές έρευνες στη θεωρία της μουσικής. Εάν κρίνουμε όμως, από τα λίγα διασωθέντα αποσπάσματα των μουσικών πραγματειών του Αρχύτα, μπορούμε με μεγάλη πιθανότητα να συμπεράνουμε, ότι η συμβολή του Αρχύτα στη μαθηματική θεωρία της μουσικής ήταν αποφασιστικής σημασίας. Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος διέσωσε στην πραγματεία του «Αρμονικά» μερικά στοιχεία από μουσικό σύγγραμμα του Αρχύτα, από τα οποία μαθαίνουμε, ότι ο Αρχύτας διαχώριζε τα τρία γένη των μουσικών συμφωνιών, ιδίως στις διαιρέσεις των τετραχόρδων. Διέκρινε λοιπόν ο Αρχύτας τρία γένη στη μουσική: το εναρμόνιο, το χρωματικό και το διατονικό. Και στα τρία αυτά γένη πρόκειται για το σχηματισμό του φθόγγου με συχνότητα 4/3, ο οποίος κατά τον Αρχύτα σχηματίζεται από τον πολλαπλασιασμό τριών διαφόρων για κάθε γένος συχνοτήτων.
Ο Αρχύτας διέγνωσε, ότι το βραχύ μήκος του αυλού παράγει υψηλό, το δε μακρό χαμηλό τόνο κι ότι οι οξείς φθόγγοι κινούνται ταχύτερα από τους βαρείς. Είχε επίσης ασχοληθεί και με το θέμα των αναλογιών. Ο Αρχύτας δεν ήταν όμως μόνο τύπος θεωρητικού μαθηματικού. Συνδύαζε άριστα τη θεωρία με τις εφαρμογές, ήταν επομένως και άριστος μηχανικός. Μαρτυρείται, ότι πρώτος εφάρμοσε μαθηματικές αρχές στη Μηχανική. Ο Αριστοτέλης αναφέρει, ότι είχε κατασκευάσει αυτόματο μηχάνημα (παιχνίδι), το οποίο προκαλούσε κρότο κι έπαιζαν τα παιδιά. (Πολ. 1340 b 26).
Το καταπληκτικότερο είναι, ότι ο Αρχύτας είναι ο κατασκευαστής του πρώτου αεροπλάνου, ιπτάμενου σώματος δηλαδή, όχι με βάση την αρχή της άνωσης του Αρχιμήδη, αλλά με βάση την ωστική δύναμη. Είχε κατασκευάσει ξύλινο περιστέρι, το οποίο πετούσε. Όταν το περιστέρι προσγειωνόταν, δεν ξανασηκωνόταν πλέον από το έδαφος. «Aρχύτας Ταραντίνος τα άλλα και μηχανικός ών εποίησεν περιστεράν ξυλίνην πετομένην, ή οπότε ουκέτι ανίστατο». Η άνωση του περιστεριού στον αέρα γινόταν με ελατήριο, η δε κίνησή του με πεπιεσμένο αέρα, ο πρόγονος του αεριοωθούμενου δηλαδή.