Από το βιβλίο του Ν. Καμπάνη, Πορτραίτα Φιλοσόφων και Μεταφυσικές Υποτυπώσεις, τόμ. II.
Πολλές φορές όταν ομιλούμε για μύθους, θεωρούμε ότι είναι φανταστικά γεγονότα, μακράν απέχοντα από την πραγματικότητα, άνευ φιλοσοφικής η λογικής έδρας, κατατείνοντα μάλλον σε εκούσια και ενσυνείδητα δημιουργήματα της φαντασίας, εν πολλοίς ψευδή, παρά σε συμβολικές εκφράσεις και αποτυπώσεις θεογονικών, κοσμογονικών ή και άλλων περιοχών πνευματικών αναζητήσεων και ερμηνειών. Συγχέουμε επίσης τους μύθους με τους θρύλους και τα παραμύθια, αγνοώντας την ουσιώδη διαφορά αυτών. Διότι ο μύθος από τη φύση του έχει χαρακτήρα θρησκευτικό, ενώ ο θρύλος και το παραμύθι δεν έχουν καμμία σχέση με τη θρησκεία. Ο μύθος τελείται στη σφαίρα του υψηλού, του καταπληκτικού, σχετίζεται προς το mysterium tremendum (φοβερό μυστήριο), ενώ ο θρύλος και το παραμύθι παραμένουν στη σφαίρα της ανθρώπινης ζωής. Και ο μεν θρύλος τείνει να συνδέσει ορισμένα πρόσωπα, τόπους και χρόνους, ενώ το παραμύθι κινείται υπεράνω χώρου και χρόνου. Στο μύθο η φαντασία χαλιναγωγείται από το δέος και το σεβασμό προς το «όλως διάφορον», το επιβλητικό, ενώ στο παραμύθι η φαντασία οργιάζει αχαλίνωτη και πραγματοποιεί το αδύνατο. Κατά μία έννοια ο μύθος και η θρησκεία δεν διακρίνονται μεταξύ τους αλλά αποτελούν ένα αδιαίρετο και ενιαίο όλο. Επομένως, ο μύθος ανήκει στα πρωταρχικά στοιχεία της θρησκείας.
Αν παρατηρήσουμε ιστορικά το ζήτημα αυτό, θα διαπιστώσουμε ότι οι μύθοι απαντώνται σε όλους τους λαούς, κυρίως όταν πρόκειται να διατηρήσουν και να μεταδώσουν τις ιερές διδασκαλίες, τόσο στους συγχρόνους τους όσο και στους μεταγενέστερους. Και είναι, πράγματι, απορίας άξιο γιατί οι αρχαίοι συγκάλυψαν τις διδασκαλίες αυτές χρησιμοποιώντας μύθους. Για να αξιολογήσουμε τη σπουδαιότητα και την εγκυρότητα των μύθων, θα πρέπει να εξετάσουμε ποιοί τους εφηύραν και ποιοί τους χρησιμοποίησαν. Πράγματι, υπό αυτή τη θεώρηση, διαπιστώνουμε ότι ήταν ποιητές εμπνευσμένοι από τους θεούς, θεόληπτοι, και οι άριστοι από τους φιλοσόφους, εκείνοι οι οποίοι δίδαξαν τις μυητικές τελετές αλλά και αυτοί στους οποίους οι θεοί ανακοίνωναν τις χρησμοδοτήσεις τους, όλοι λοιπόν αυτοί, μεταχειρίσθηκαν μύθους. Επομένως, μπορούμε ευχερώς να βεβαιώσουμε ότι οι μύθοι έχουν θεία προέλευση. Ας επιχειρήσουμε τώρα να καταδείξουμε φιλοσοφικά γιατί οι μύθοι είναι θείοι.
Επειδή όλα τα όντα χαίρουν για κάτι που τους ομοιάζει και αποστρέφονται το ανόμοιο, έπρεπε οι διδασκαλίες, αναφορικά με τους θεούς, να ομοιάζουν προς αυτούς για να είναι αντάξιοι της ουσίας των και να εξασφαλίζουν την ευμένειά τους. Αυτά μπορούσαν να γίνουν μόνο με τους μύθους. Ο Σαλούστιος αναφέρει ότι σχετικά με τους θεούς, αυτούς καθ’ εαυτούς, οι μύθοι τους παριστάνουν σύμφωνα με εκείνο που είναι επιτρεπτό να ανακοινωθεί σχετικά με το ρητό και άρρητο, το αφανές και ορατό, το σαφές και το αποκρυπτόμενο. Όλα αυτά απομιμούνται οι μύθοι. Αναπαριστούν ομοίως την αγαθότητα των θεών, διότι, όπως εκείνοι, μεταδίδουν προς όλους τα αγαθά τα οποία προέρχονται από τα αισθητά, ενώ τις νοητές αλήθειες μόνον στους έμφρονες χορηγούν. Ομοίως και οι μύθοι, λέγουν προς όλους ότι οι θεοί υπάρχουν, αλλά ποιά είναι η φύση τους και ποιές οι δυνάμεις τους, αυτά τα διδάσκουν μόνον στους ικανούς να τα γνωρίσουν.
Αλλά οι μύθοι παριστούν και τις ενέργειες των θεών. Μπορούμε μάλιστα και αυτόν τον Κόσμο να θεωρήσουμε ως ένα μύθο, διότι τα μεν σώματα και τα πράγματα είναι σ’ αυτόν εμφανή, ενώ οι ψυχές και οι νόες αποκρύπτονται. Προς τούτοις, το να θελήσει κανείς να διδάξει προς όλους τους ανθρώπους την αλήθεια περί των θεών, θα προκαλέσει στους μεν ανόητους την περιφρόνηση, λόγω της αδυναμίας των να κατανοήσουν, στους δε μορφωμένους την αδιαφορία. Δια της συγκαλύψεως αντιθέτως της αληθείας δια μύθων, δεν διατρέχουμε τον κίνδυνο να προκαλέσουμε την περιφρόνηση στους μεν και προτρέπουμε τους άλλους στη φιλοσοφία.
Γιατί όμως διηγούνται στους μύθους μοιχείες και απαγωγές και χάλκευση δεσμών για τους πατέρες και άλλα τέτοια άτοπα; Ή μήπως και αυτό είναι άξιο θαυμασμού, αφού λόγω της φαινομενικής παραδοξολογίας η ψυχή αντιλαμβάνεται τις αφηγήσεις αυτές ως πέπλους και εκλαμβάνει την αλήθεια ως άρρητο; Αυτό που κυρίως εγείρει το ενδιαφέρον είναι οι πρωταρχικές μορφές των μύθων, διότι αντιπροσωπεύουν σημαντικό μέρος σε πολλές ανταποκρίσεις στη διάπλαση της συμβολικής. Εκτός από τα πνευματικά βιώματα, στη διάπλαση των μύθων συμβάλλει τα μέγιστα και η πορεία των αστέρων, ιδίως του Ηλίου, η διαδρομή του οποίου έχει σημασία όχι μόνο για την εκδήλωση της ημέρας και της νύκτας, αλλά και του θέρους και του χειμώνα. Αμφότερες οι περιοχές του Άνω και Κάτω, της θερμότητας και του ψύχους, του φωτός και του σκότους, της ζωής και του θανάτου, διανύονται κατά τη διάρκεια της ημέρας ή του έτους όχι μόνον υπό του θείου αλλά και του ανθρώπου. Ο Ήλιος, του οποίου η διαδρομή προβάλλεται πάντοτε στο προσκήνιο, νοείται, όχι πάντοτε ως αυτός ούτος ο θεός, αλλά ως η εικόνα αυτού, ως το υπ’ αυτού κομιζόμενο φως, ως η φωτεινή σφαίρα επί της οποίας ο θεός εδρεύει και περιφέρεται. Έτσι, αναπτύχθηκε ένα σύστημα δια μέσω του οποίου είναι δυνατή η πρόσκτηση γνώσεως περί θεών και κόσμου, εφ’ όσον ανασυρθεί ο πέπλος της Ίσιδας και αποκαλυφθεί ο συμβολισμός του μύθου.
Comments
Nickos
Sun, 01/11/2015 - 19:33
Permalink
Η Ερμηνεία των Μύθων
Click για περισσότερα
Από το βιβλίο του Ν. Καμπάνη, Πορτραίτα Φιλοσόφων και Μεταφυσικές Υποτυπώσεις, τόμ. II.
Πολλές φορές όταν ομιλούμε για μύθους, θεωρούμε ότι είναι φανταστικά γεγονότα, μακράν απέχοντα από την πραγματικότητα, άνευ φιλοσοφικής η λογικής έδρας, κατατείνοντα μάλλον σε εκούσια και ενσυνείδητα δημιουργήματα της φαντασίας, εν πολλοίς ψευδή, παρά σε συμβολικές εκφράσεις και αποτυπώσεις θεογονικών, κοσμογονικών ή και άλλων περιοχών πνευματικών αναζητήσεων και ερμηνειών. Συγχέουμε επίσης τους μύθους με τους θρύλους και τα παραμύθια, αγνοώντας την ουσιώδη διαφορά αυτών. Διότι ο μύθος από τη φύση του έχει χαρακτήρα θρησκευτικό, ενώ ο θρύλος και το παραμύθι δεν έχουν καμμία σχέση με τη θρησκεία. Ο μύθος τελείται στη σφαίρα του υψηλού, του καταπληκτικού, σχετίζεται προς το mysterium tremendum (φοβερό μυστήριο), ενώ ο θρύλος και το παραμύθι παραμένουν στη σφαίρα της ανθρώπινης ζωής. Και ο μεν θρύλος τείνει να συνδέσει ορισμένα πρόσωπα, τόπους και χρόνους, ενώ το παραμύθι κινείται υπεράνω χώρου και χρόνου. Στο μύθο η φαντασία χαλιναγωγείται από το δέος και το σεβασμό προς το «όλως διάφορον», το επιβλητικό, ενώ στο παραμύθι η φαντασία οργιάζει αχαλίνωτη και πραγματοποιεί το αδύνατο. Κατά μία έννοια ο μύθος και η θρησκεία δεν διακρίνονται μεταξύ τους αλλά αποτελούν ένα αδιαίρετο και ενιαίο όλο. Επομένως, ο μύθος ανήκει στα πρωταρχικά στοιχεία της θρησκείας.
Αν παρατηρήσουμε ιστορικά το ζήτημα αυτό, θα διαπιστώσουμε ότι οι μύθοι απαντώνται σε όλους τους λαούς, κυρίως όταν πρόκειται να διατηρήσουν και να μεταδώσουν τις ιερές διδασκαλίες, τόσο στους συγχρόνους τους όσο και στους μεταγενέστερους. Και είναι, πράγματι, απορίας άξιο γιατί οι αρχαίοι συγκάλυψαν τις διδασκαλίες αυτές χρησιμοποιώντας μύθους. Για να αξιολογήσουμε τη σπουδαιότητα και την εγκυρότητα των μύθων, θα πρέπει να εξετάσουμε ποιοί τους εφηύραν και ποιοί τους χρησιμοποίησαν. Πράγματι, υπό αυτή τη θεώρηση, διαπιστώνουμε ότι ήταν ποιητές εμπνευσμένοι από τους θεούς, θεόληπτοι, και οι άριστοι από τους φιλοσόφους, εκείνοι οι οποίοι δίδαξαν τις μυητικές τελετές αλλά και αυτοί στους οποίους οι θεοί ανακοίνωναν τις χρησμοδοτήσεις τους, όλοι λοιπόν αυτοί, μεταχειρίσθηκαν μύθους. Επομένως, μπορούμε ευχερώς να βεβαιώσουμε ότι οι μύθοι έχουν θεία προέλευση. Ας επιχειρήσουμε τώρα να καταδείξουμε φιλοσοφικά γιατί οι μύθοι είναι θείοι.
Επειδή όλα τα όντα χαίρουν για κάτι που τους ομοιάζει και αποστρέφονται το ανόμοιο, έπρεπε οι διδασκαλίες, αναφορικά με τους θεούς, να ομοιάζουν προς αυτούς για να είναι αντάξιοι της ουσίας των και να εξασφαλίζουν την ευμένειά τους. Αυτά μπορούσαν να γίνουν μόνο με τους μύθους. Ο Σαλούστιος αναφέρει ότι σχετικά με τους θεούς, αυτούς καθ’ εαυτούς, οι μύθοι τους παριστάνουν σύμφωνα με εκείνο που είναι επιτρεπτό να ανακοινωθεί σχετικά με το ρητό και άρρητο, το αφανές και ορατό, το σαφές και το αποκρυπτόμενο. Όλα αυτά απομιμούνται οι μύθοι. Αναπαριστούν ομοίως την αγαθότητα των θεών, διότι, όπως εκείνοι, μεταδίδουν προς όλους τα αγαθά τα οποία προέρχονται από τα αισθητά, ενώ τις νοητές αλήθειες μόνον στους έμφρονες χορηγούν. Ομοίως και οι μύθοι, λέγουν προς όλους ότι οι θεοί υπάρχουν, αλλά ποιά είναι η φύση τους και ποιές οι δυνάμεις τους, αυτά τα διδάσκουν μόνον στους ικανούς να τα γνωρίσουν.
Αλλά οι μύθοι παριστούν και τις ενέργειες των θεών. Μπορούμε μάλιστα και αυτόν τον Κόσμο να θεωρήσουμε ως ένα μύθο, διότι τα μεν σώματα και τα πράγματα είναι σ’ αυτόν εμφανή, ενώ οι ψυχές και οι νόες αποκρύπτονται. Προς τούτοις, το να θελήσει κανείς να διδάξει προς όλους τους ανθρώπους την αλήθεια περί των θεών, θα προκαλέσει στους μεν ανόητους την περιφρόνηση, λόγω της αδυναμίας των να κατανοήσουν, στους δε μορφωμένους την αδιαφορία. Δια της συγκαλύψεως αντιθέτως της αληθείας δια μύθων, δεν διατρέχουμε τον κίνδυνο να προκαλέσουμε την περιφρόνηση στους μεν και προτρέπουμε τους άλλους στη φιλοσοφία.
Γιατί όμως διηγούνται στους μύθους μοιχείες και απαγωγές και χάλκευση δεσμών για τους πατέρες και άλλα τέτοια άτοπα; Ή μήπως και αυτό είναι άξιο θαυμασμού, αφού λόγω της φαινομενικής παραδοξολογίας η ψυχή αντιλαμβάνεται τις αφηγήσεις αυτές ως πέπλους και εκλαμβάνει την αλήθεια ως άρρητο; Αυτό που κυρίως εγείρει το ενδιαφέρον είναι οι πρωταρχικές μορφές των μύθων, διότι αντιπροσωπεύουν σημαντικό μέρος σε πολλές ανταποκρίσεις στη διάπλαση της συμβολικής. Εκτός από τα πνευματικά βιώματα, στη διάπλαση των μύθων συμβάλλει τα μέγιστα και η πορεία των αστέρων, ιδίως του Ηλίου, η διαδρομή του οποίου έχει σημασία όχι μόνο για την εκδήλωση της ημέρας και της νύκτας, αλλά και του θέρους και του χειμώνα. Αμφότερες οι περιοχές του Άνω και Κάτω, της θερμότητας και του ψύχους, του φωτός και του σκότους, της ζωής και του θανάτου, διανύονται κατά τη διάρκεια της ημέρας ή του έτους όχι μόνον υπό του θείου αλλά και του ανθρώπου. Ο Ήλιος, του οποίου η διαδρομή προβάλλεται πάντοτε στο προσκήνιο, νοείται, όχι πάντοτε ως αυτός ούτος ο θεός, αλλά ως η εικόνα αυτού, ως το υπ’ αυτού κομιζόμενο φως, ως η φωτεινή σφαίρα επί της οποίας ο θεός εδρεύει και περιφέρεται. Έτσι, αναπτύχθηκε ένα σύστημα δια μέσω του οποίου είναι δυνατή η πρόσκτηση γνώσεως περί θεών και κόσμου, εφ’ όσον ανασυρθεί ο πέπλος της Ίσιδας και αποκαλυφθεί ο συμβολισμός του μύθου.