Παρά τας αισθητάς μεταβολάς της ύλης, τα πάντα υπόκεινται εις μίαν μαθηματικήν ακρίβειαν και μουσικήν αρμονίαν. Επομένως εις τα όντα δεν υπάρχουν μόνον τα φαινόμενα, εν άλλοις λόγοις τα υλικά σώματα, τας μεταβολάς των οποίων αντιλαμβανόμεθα, αλλά και η πίστις ότι εις τα σώματα υπάρχει και κάτι άλλο, άϋλον και αΐδιον, μη υποκείμενον εις τας αισθήσεις μας, το οποίον συντελεί εις την τάξιν και αρμονίαν αυτών εν τω κόσμω. Το κάτι αυτό ωνόμασεν ο Πυθαγόρας αριθμόν, άνευ του οποίου είναι αδύνατον να νοηθούν τα όντα.
Οι αριθμοί δεν πρέπει να εκλαμβάνωνται ως δημιουργικαί ουσίαι, ένεκα των οποίων τα πάντα γίνονται, αλλ’ ότι η γένεσις των πάντων συντελείται «κατ' αριθμόν», δηλαδή βάσει αριθμητικών αναλογιών και αρμονικών κανόνων. Τοιουτοτρόπως οι αριθμοί θεωρούνται ως σύμβολα εκφράζοντα την ουσίαν των όντων και των φαινομένων.
Υπό το πρίσμα της τοιαύτης θεωρήσεως των αριθμών του Πυθαγόρου, του Πλάτωνος, του Ιωάννου και του Ηρακλείτου επιχειρείται η απόδειξις της αθανασίας της ψυχής, ο σκοπός της ελεύσεώς της και ο τελικός προορισμός αυτής.