Περί σφαιρών αρμονίας

Η σχέσις μουσικής και μαθηματικών είναι ένα θέμα που γοητεύει διαχρονικά τους επιστήμονες. Πριν από 2.500 χρόνια ο Πυθαγόρας ανεκάλυψε ότι κάποια μουσικά διαστήματα είναι δυνατόν να περιγραφούν με απλές αριθμητικές αναλογίες.

Ο όρος «κοσμική μουσική» ή «μουσική των σφαιρών» ανεδύθη τον Μεσαίωνα ως μία φιλοσοφική ιδέα κατὰ την οποίαν, οι αναλογίες των κινήσεων των ουρανίων σωμάτων του πλανητικού μας συστήματος, δύνανται να θεωρηθούν ως μία μορφή μουσικής, η οποία αφ' ενός μεν αδυνατεί να ακουστή, αφ' ετέρου όμως χαρακτηρίζεται από τελείαν αρμονίαν. Τον ρυθμόν της κοσμικής μουσικής που πρώτοι «ήκουσαν» οι μυστικιστές μαθηματικοί του 6ου π.Χ. αιώνα, με πρώτον τον θείον Πυθαγόρα, γοητεύει την σύγχρονον Κοσμολογίαν. Η «τετρακτύς» ήταν η βάσις της πυθαγορείου διδασκαλίας που επρέσβευεν ότι οι ήχοι των ουρανίων σωμάτων συνθέτουν μίαν κοσμικήν μουσικήν, διότι οι αποστάσεις και οι ταχύτητες των πλανητών και των απλανών αστέρων διέπονται από τους ίδιους αριθμητικούς λόγους που παράγουν και την συμφωνίαν των ήχων ενός αρμονικού αποτελέσματος απλών αριθμητικών σχέσεων: 2/1 (οκτάβα), 3/2 (πέμπτη), 4/3 (τετάρτη). Επομένως κατά τους Πυθαγορείους το μυστικόν της μουσικής και της κοσμικής αρμονίας ευρίσκεται εις τις σχέσεις των τεσσάρων πρώτων φυσικών αριθμών 1, 2, 3, 4, ήτοι εις την ιεράν τετρακτύν.

Ενώπιον αυτής της θαυμαστής τάξεως, συμμετρίας και αρμονίας των ουρανίων σωμάτων, όπου τα πάντα κινούνται αϊδίως, βάσει αμεταβλήτων νόμων, ήταν φυσικόν να γεννηθή η πυθαγόρειος θεωρία περί της αρμονίας των σφαιρών, την οποίαν ελέγετο ότι ηκροάτο ο Πυθαγόρας. Η «ακρόασις» αυτή δεν επετυγχάνετο ασφαλώς δια των αισθητηρίων της ακοής, όπως και δεν εγένετο θεατή υπό των οργάνων της οράσεως. Αναμφιβόλως ελάμβανε χώραν ενορατικώς, κατόπιν της εκλεπτύνσεως των ανωτέρων αισθητηρίων της ψυχής.

Δια τούτο όλες οι φυσικές εξηγήσεις οι οποίες εδόθησαν υπό των παλαιοτέρων και νεωτέρων, όπως ο εθισμός των αισθήσεων μας εις την συνεχή αυτήν αρμονίαν, προδίδουν την άγνοιαν των ερμηνευτών, μη δυναμένων να μεταπηδήσουν από του αισθητού πεδίου εις το υπεραισθητόν. Όπως πολύ ευστόχως ο πολύς Karl Ernst von Vaer παρατηρεί «δεν είναι απίθανος η σύλληψις ήχων εκ του παγκοσμίου χώρου, μία αρμονία των σφαιρών, ακουστή δια τελείως άλλα ώτα από τα ιδικά μας». Ο Αριστοτέλης παραδέχεται μεν ότι ο ουρανός είναι αριθμός και αρμονία, θέτει όμως εν αμφιβόλω τις φυσικές εξηγήσεις του φαινομένου: «Φανερόν δ’ εκ τούτων ότι και το φάναι γίνεσθαι φερομένων αρμονίαν, ως συμφώνων γινομένων των ψόφων, κομψώς μεν είρηται και περιττώς υπό των ειπόντων, ου μην ούτως έχει τ’ αληθές». (Από τούτα είναι φανερό πως αυτό που λέγεται, ότι δηλαδή με την κίνησίν τους δημιουργείται αρμονία, επειδή οι ήχοι που παράγουν είναι σύμφωνοι, έχει διατυπωθή βέβαια γλαφυρά και πρωτότυπα από τους υποστηρικτές του, ωστόσο δεν ανταποκρίνεται εις την αλήθειαν). Αριστοτέλους, Περί Ουρανού, Β΄ 9.

Κατά ταύτα ο Πυθαγόρας είναι ο πρώτος φιλόσοφος που συνδέει την αστρονομίαν με την μουσικήν, υποστηρίζοντας ότι εις το αρμονικόν και σφαιρικόν σύμπαν τα πάντα διέπονται από απλούς νόμους, οι οποίοι εκφράζονται με τους αριθμούς της «ιεράς τετρακτύος». Με την θεωρίαν της αρμονίας των σφαιρών, που συνδυάζει την κοσμικήν αρμονίαν με τη μουσικήν αρμονίαν, ο μεγάλος φιλόσοφος επεχείρησε να εξηγήση την θέσιν και την κίνησιν των πλανητών εις τον ουράνιον θόλον.