Κοσμολογικοί Μύθοι

Κοσμολογία είναι η περί γενέσεως του Κόσμου και των όντων διδασκαλία, συνδεόμενη με την Κοσμογονία εφ’ όσον αναφέρεται στην εξωτερική γένεση και μορφή αυτού. Οι σύγχρονες κοσμογονικές θεωρίες και υποθέσεις, βασίζονται αποκλειστικά σε επιστημονικές παρατηρήσεις και ηλιοκεντρικές αντιλήψεις, εν αντιθέσει προς τις αρχαϊκές παραδοσιακές κοσμολογικές διδασκαλίες, οι οποίες ήταν συνυφασμένες με μεταφυσικές θρησκευτικές και μυθολογικές παραστάσεις, αποτελούσαν δε ως τέτοιες, μέρος της μυστηριακής αγωγής του ατόμου και των Μυστήριων εν γένει.

Ως όργανο μεταδόσεως των κοσμολογικών πεποιθήσεων, χρησίμευε ο μύθος, η οικουμενική αυτή γλώσσα, κοινή σε όλους τους αρχαίους παραδοσιακούς λαούς. Σήμερα πιστεύεται ότι το κοσμογονικό πρόβλημα, έχει επιλυθή ικανοποιητικά χάρις στις τεράστιες προόδους των φυσικών επιστημών και της αστρονομίας. Τα ουράνια σώματα εκλαμβάνονται αποκλειστικά ως υλικά και όχι ως δυναμικά κέντρα, υπολογίζονται με μεγίστη ακρίβεια οι αποστάσεις των ουρανίων σωμάτων, η σύστασή τους, οι μηχανικές και χημικές τους ιδιότητες, περαιτέρω μετράται ο αριθμός των γαλαξιακών συγκροτημάτων, διαπιστώνεται ότι αποτελούνται από απειράριθμα ηλιακά συστήματα, γίνεται λόγος περί διαστολής και συστολής του όλου σύμπαντος, διατυπώνονται επί τη βάσει όλων αυτών διάφορες κοσμογονικές υποθέσεις και επακολουθούν θεωρίες περί τελικού θανάτου του Κόσμου μετά από μερικές δεκάδες δισεκατομμυρίων ετών.

Για τους αρχαίους, ο κόσμος ήταν συνυφασμένος με την απαράμιλλη τάξη και γι’ αυτό εκκαλείτο, κόσμος (κόσμημα). Παράλληλα οι θεοί και οι άνθρωποι ήταν συνενωμένοι στην τάξη αυτή. Ο Πλάτων, στο Γοργία, αναπτύσσει το εν λόγω θέμα: «Λέγουν μάλιστα οι σοφοί, Καλλικλή, ότι τον ουρανό και τη γη και τους θεούς και τους ανθρώπους τους συνδέει η φιλία, ο σεβασμός της τάξεως η κοσμιότης, η σωφροσύνη και η δικαιοσύνη, και δια τούτο το όλον αυτό, το Σύμπαν «κόσμον» αποκαλούν, δηλ. τάξη και όχι ακοσμία (αταξία) και ακολασία. Μου φαίνεται ότι συ, παρ’ όλη τη μόρφωσή σου, δεν προσέχεις σε όλα αυτά και λησμονείς ότι η γεωμετρική ισότητα δηλαδή η δικαιοσύνη μεταξύ θεών και ανθρώπων, έχει μεγάλη δύναμη». (Γοργίας, 508 a)

Οι αντιλήψεις αυτές περί τάξεως και συνοχής του Κόσμου, των θεών και των ανθρώπων, απαντώνται σε όλες τις παραδόσεις. Στην Ελλάδα αρχίζουν να αναφαίνονται στον Πυθαγόρα και Εμπεδοκλή, για να συνεχιστούν μέχρι του Ερμού του Τρισμεγίστου, του αλεξανδρινού εκλεκτισμού (Φίλων) και του Νεοπλατωνισμού. Ο σύγχρονος άνθρωπος προσκρούει συνεχώς ενώπιον κάποιου κενού. Ο κόσμος των αρχαίων εθεωρείτο πλήρης θεών, αγγέλων και δαιμόνων. Ο βίος απαρτίζονταν από συνεχείς συναλλαγές με αυτούς, οι άνθρωποι δέχονταν υποδείξεις, καθοδηγήσεις, αποκαλύψεις, δεν ήταν μόνοι αλλά είχαν ως συμπαραστάτη ολόκληρο το θεοφόρητο και έμψυχο σύμπαν.

Ο σημερινός άνθρωπος εκθρόνισε δια του ορθολογισμού τους θεούς από τον κόσμο. Απέκτησε ανεξαρτησία, αυτοδιάθεση, και με υπερηφάνεια αποποιήθηκε την επικουρία άλλων δυνάμεων ανωτέρων αυτού. Κατέστησε με τον ορθολογισμό τον κόσμο κενό θεών και με την παράλογη αυτή υπεροψία κατέστη και ο ίδιος άθεος. Ανώτερες πνευματικές ικανότητες, όπως η συγκέντρωση ο διαλογισμός και η ενόραση, περιέπεσαν σε ατροφία και ο σύγχρονος άνθρωπος νομίζει ότι σκέπτεται, νομίζει ότι γνωρίζει και νομίζει ότι αγαπά. Κατά βάθος όμως ούτε να διαλογιστή μπορεί, ούτε να μάθη, ούτε να αγαπήση.