Γενικά Στοιχεία

Με τον όρο αυτό εννοούσε ότι η αστρολογία έπρεπε να βγη από μια μονόπλευρη συμβολική, μυθολιθική και προς το πεπρωμένο προσανατολισμένη μορφή και να ασχοληθή με τις φυσικές επιστήμες και θεωρίες. Κοσμοβιολογία σήμαινε για το γιατρό της Βιέννης Dr. Wehofer τη διερεύνηση των φυσικών και επιστημονικών αστρολογικών φαινομένων, δηλαδή κάτι πέρα από τη συνήθη συμβολική όψη της αστρολογίας που μέχρι τότε είχε διατυπωθή.

Ένας των σημαντικοτέρων πρωτοπόρων της ολοκληρωμένης κοσμοβιολογικής θεωρίας ήταν ο R. Ebertin, ο οποίος δέχθηκε αυτόν τον όρο ήδη πριν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο για να αντιπαραταχθή απέναντι στην κακώς νοουμένη και εκφραζομένη αστρολογία αλλά και για να διατυπώση μια ολοκληρωμένη φιλοσοφική και θεωρητική όψη η οποία ήταν πέρα από την παραδοσιακή μορφή της αστρολογίας. Ο Ebertin, αποστασιοποιήθηκε από τη σχολή του Witte, την ονομαζόμενη «The Hambourg School» που λειτουργούσε από το 1920 στη Γερμανία και διαμόρφωσε μια απλουστευμένη αστρολογική επιστήμη αλλά εν τούτοις σαφή και ακριβή την οποία αποκάλεσε Κοσμοβιολογία. Ο Ebertin, έκανε μια μεγάλη προσπάθεια για να εκσυγχρονίση και να αναδομήση την αστρολογία ώστε να επανακτηθή ο σεβασμός ως προς την αξιοπιστία της.

Έτσι αποδεχθείς τον όρο Κοσμοβιολογία, τον επεξέτεινε και τον συστηματοποίησε στις μεθόδους των εργασιών και των ερευνών του, ώστε να προσφέρη μια νέα ευκαιρία αναβιώσεως της αρχαίας αυτής επιστήμης και τέχνης, η οποία παρέχει μια άποψη ερμηνείας της υπάρξεώς μας στη γη υπό τη θεϊκή καθοδήγηση. Ο Ebertin έκανε διάφορες θεμελιώδεις αναθεωρήσεις της παραδοσιακής αστρολογίας, κυρίως όμως επαναξιολόγησε την παραδοσιακή ταξινόμηση των αρμονικών και δυσαρμονικών πλανητικών όψεων, γεγονός που θεωρείται ως το πλέον αξιοσημείωτο. Η εστίαση στις «πλανητικές εικόνες», οι κοσμικοί αστερισμοί και η εκτενής χρήση των μεσαίων σημείων είναι χαρακτηριστικά στοιχεία που διερευνά η Κοσμοβιολογία.

Έτσι αναπτύχθηκε ένας επιστημονικός κλάδος που ερευνά τους πιθανούς συσχετισμούς μεταξύ του κόσμου και της οργανικής ζωής, και τα αποτελέσματα των κοσμικών ρυθμών και της αστρικής κινήσεως στον άνθρωπο. Η Κοσμοβιολογία δίνει έμφαση στην έρευνα των ποσοτικών και στατιστικών παρατηρήσεων και ιδιαίτερη προσοχή στη συγκριτική μέθοδο, με βάση την οποία μελετάται η καταγραφή των όμοιων περιπτώσεων που συγκεντρώνονται, προκειμένου να απομονώσουν τους κοινούς παράγοντες και τα κοινά στοιχεία. Στην πραγματικότητα, η Κοσμοβιολογία είναι περισσότερο διαδεδομένη ως «Ουράνιος Αστρολογία», ένας όρος που πλάθεται στις ΗΠΑ και που διδάσκεται αρχικά στη δεκαετία του 50 και στη δεκαετία του 60 από τον Hans Niggeman στη Νέα Υόρκη.

Η Κοσμοβιολογία δεν χρησιμοποιεί τους Transneptunian* πλανήτες ούτε το σύνθετο σύστημα των πλανητικών όψεων αλλά τα άμεσα και έμμεσα μεσαία σημεία, και αγνοεί το σύστημα των οίκων. (Reinhold Ebertin, Combination of Stellar Influences. Applied Cosmobiology. Του ιδίου). Η Κοσμοβιολογία έχει τις ρίζες της στην ιστορική συνειδητοποίηση της ενότητας του κόσμου και της αναλογίας του μικροκόσμου μετά του μακροκόσμου. («το προς τα κάτω αναλογεί το προς τα άνω και το προς τα άνω είναι ανάλογον τω προς τα κάτω προς επιτέλεσιν των θαυμασίων του Ενός μόνου πράγματος». Ερμού Τρισμεγίστου. Σμαράγδινος Πίναξ, προτροπή 2).